Σελίδες


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Kάλαντα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Kάλαντα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014

Παραδοσιακά κάλαντα Πρωτοχρονιάς Κύπρου από τον Χρήστο Σίκκη



Πάλι ακούσετε άρκοντες
τζι' ήρταμεν να σας πούμεν
πως αύριον είναι γιορτή
τζιαί πρε... τζιαί πρέπει να χαρούμεν

Αύριον εν Αρχιχρονιά
πρώτη Ιανουαρίου
όπου γιορτάζεται παντού
τ ' Αγί... τ ' Αγίου Βασιλείου

Ζητώ χάρην που τον Θεόν
τα λόγια μου να δέσω
τον Άγιον Βασίλειον
να σας... να σας τον επαινέσω

Που τον αφέντην τον Θεόν
ήτανε φωτισμένος
τζι στων γραμμάτων την σπουδήν
σοφί... σοφίαν πλουμισμένος

Γέννημαν της Καισσάρειας
βλαστός Καππαδοκίας
τζιαί ποιητής θεόπνευστος
της θει... της θείας λειτουργίας

Πρωτομηνιά, Πρωτoχρονιά
τζιαί πάλ ' αρχή του Λόγου
τζιαί ' μεις καλός σας ήβραμεν
να ζιεί... να ζιείτε τζιαί του χρόνου

εις πολλά τα έτη

Κρητικά Κάλαντα Πρωτοχρονιάς


Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

Κυπριακά Κάλαντα των Φωτων


Μηνύματα χαρμόσυνα ήλθαμεν να σας πούμεν
πως ο Χριστός βαπτίζεται σήμμερον, να χαρούμεν.
-Ήλθαν τα Φώτα στον Ιορδάνην πρώτα-
Απόψε ήλθαμεν εδώ, για να σας ευχηθούμεν
και των Φωτών τα κάλαντα, σαν πρέπει, να σας πούμεν·
-Ήρθαν τα Φώτα, ευλογημέν΄η ώρα-
πως είν΄τα Θεοφάνια ανθρώπων σωτηρία,
που καθαρίζουν τας ψυχάς από την αμαρτίαν.
-Ήρθαν τα Φώτα και του Θεού τα δώρα-
Δεν είν' αυτή η εορτή, ωσάν την περασμένην,
μόνον μεγάλη και φρικτή και δοξολογημένη,
-Ήλθαν το Φώτα κι εφέρανε τα δώρα-
που κατεδέχθην ο Χριστός διά φιλανθρωπίαν
και ήλθεν κι εβαπτίσθηκεν, χωρίς να έχη χρείαν.
-Ήρθαν τα Φώτα χαρα σ' όλην την χώραν-
Εις σπήλιον πενιχρότατον, εις φάτνην των προβάτων
ήλθες Χριστέ, να γεννηθής, ώ θαύμα των θαυμάτων!
-Ήλθαν τα Φώτα, ευλογημέν΄η ώρα-
Με σπάργανα σ' ετύλιξεν η Δέσποινα Κυρία,
υμνούμεν, προσκυνούμεν σε, απείρανδρε Μαρία.
-'Ηρθαν τα Φώτα κι ελύθησαν τα σκότη-
Στας ΄κοσιπέντε Δεκεμβρίου ήλθες και εγγηνήθης
και εις την πρώτην Γενναριού σάρκαν περιετμήθης.
-Ήλθαν τα Φώτα κι εφάνην η θεότης-
Κι ο μήνας έξι σήμμερον έχει του Γενναρίου,
που όλοι εορτάζομεν τα Φώτα του Κυρίου.
-Ήλθαν τα Φώτα, κι εφώτισαν τον κόσμον-
Δοξάζομεν σε, βασιλεύ, με τα θαυμάσιά σου
και προσκυνούμεν, Κύριε, τα Θεοφάνιά σου.
-Ήρθαν τα Φώτα, κι αγιάζουσιν τον κόσμον-
Σήμμερον ήλθεν ο Χριστός στο άγιον ποτάμιν,
αυτό, π' ακούτε όλοι σας και λέγουν Ιορδάνην.
-Ήρθαν τα Φώτα και τα νερά εγερθήκαν-
Σήμμερον ο αόρατος του ουρανού και κτίστης
στον Ιορδάνην ποταμόν ήλθεν και εβαπτίσθην.
-Ήλθαν τα Φώτα και τα δαιμόνια ΄φύγαν-
Σήμμερον ήλθεν ο Χριστός στο άγιον ποτάμιν,
με προθυμιάν το βάπτισμαν ζητά του Ιωάννη.
-Ήρθαν τα Φώτα σ' Ανατολήν και Δύσιν-
Ως άνθρωπος στον ποταμόν ήλθεν στον Ιορδάνην,
υπό Προδρόμου της χειρός το βάπτισμαν λαμβάνει.
-Ήρθαν τα Φώτα, αγάλλεται η κτίσι-
Σήμμερον είναι των Φωτών, π' αγιάζουσιν τον κόσμον
και οι παπάδες περπατούν με τον σταυρόν στον δρόμον.
-Ήρθαν τα Φώτα, το θαύμαν των θαυμάτων-
και εις τα σπίτια μπαίνουσιν και λεν τον Ιορδάνην,
βοήθειαν να ΄χετε Χριστόν και μέγαν Ιωάννην,
-Ήρθαν τα Φώτα, για χάριν των κτισμάτων-
Απόψε εορτάζομεν, ύμνοις δοξολογούμεν,
τ' άγια Θεοφάνια υμνούμεν, προσκυνούμεν,
-'Ηρθαν τα Φώτα, και όλοι ευφρανθήτε-
γιατ' εκατέβην ο Χριστός, τούτον να τελειώση,
την αμαρτίαν του Αδάμ να σβήση να λειώση.
-Ήρθαν τα Φώτα, όλοι να ευτυχήτε-
Επήγεν και το βάπτισμαν ζητά του Ιωάννη,
να τον βαπτίση γρήγορα μέσα στον Ιορδάνην.
-Ήρθαν τα Φώτα και τα νερά αγιάζουν-
«'Ελα, προφήτα, γρήγορα», του λέγει, «βαπτισόν με,
στην κορυφήν την χείραν σου γγίξε κι υπούργησόν με.»
-Ήλθαν τα Φώτα, την πουλουστρίναν πρώτα-
«εγώ χρειάζομ΄από ΄σεν, Χριστέ, να με βαπτίσης,
νε με βαπτίσης, Δέσποτα, και να με συγχωρήσης.»
-Ήρθαν τα Φώτα, να σας χαρίζουν χρόνια-
Κι ως ΄μπήκεν εις τον ποταμόν, διά να τον βαπτίση,
ο Ιορδάνης ΄στράφηκεν οπίσω να γυρίση.
Άγγελοι και αρχάγγελοι εκεί υπηρετούσιν,
σκυμμένα τα κεφάλια των, ύμνους δοξολογούσιν.
Και θαύμαν μέγαν έγινεν, όπου δεν έχει ταίριν,
οι ουρανοί εσχίσθησαν κι εβγήκεν περιστέριν·
τ' άγιον πνεύμαν ήτανε, διά να μαρτυρήση,
υιός Θεού βαπτίζεται σ' Ανατολήν και Δύσιν.
Και η φωνή ακούσθηκεν, οπού τον εμαρτύραν
υιόν Θεού και Κύριον, αφέντην και σωτήραν.
Και τα νερά ηυλόγησεν, τες βρύσες, τα πηγάδια,
την οικουμένην άπασαν, βουνά, κήπους, λαγκάδια,
την θάλασσαν ημέρωσεν, πού ΄τον αγριωμένη,
ως ΄μπήκεν εις τον ποταμόν, ευρέθην μερωμένη,
για τούτον ως την σήμμερον οι ναύτες το κρατούσιν,
σαν βαπτισθώσιν τα νερά, στο πέλαγος να μπούσιν.
Και κει στην Ιερουσαλήμ, που παν και προσκυνούσιν
και οι χατζήδες τρέχουσιν να πάσιν να λουσθούσιν,
αχ! και να ήμαστεν κι εμείς εκεί στον Ιορδάνην,
για να λουσθούμεν και εμείς στο άγιον ποτάμιν!
Δόξαν να έχης βασιλεύ, με τα θαυμάσιά σου
και προσκυνούμεν, Κύριε, τα Θεοφανιά σου·
μα λέγει το Βαγγέλιον και του Χριστού το στόμαν,
όποιος δεν λάβει βάπτισμαν χάννει ψυχήν και σώμαν.
Εις τούτον το αρχοντικόν, που στέκουν κι αγροικούνε,
δος τους, Θεέ μου και Χριστέ, τέλος καλόν να δούνε,
που ΄χουν πολλήν επιθυμιάν και στέκουν κι αφικρούνται,
θωρώ τους, που παρακαλούν για μας και μας ευχούνται.
Και τώρα θα σχολάσωμεν και μέσα θα εμπούμεν,
να μας φιλοδωρήσετε κι εμείς να ευχηθούμεν.
Εμείς για τούτον ήλθαμεν με προθυμιάν μεγάλην,
νά ΄λθωμεν όλοι του καιρού, να σας τα πούμεν πάλιν.

Εις πολλά τα έτη.

photo

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

Η Βυζαντινή προέλευση των εθίμων του Αγίου Δωδεκαημέρου


 

Το Χριστουγεννιάτικο δένδρο και μάλιστα ως μετεξέλιξη της αρχαίας Ελληνικής «Ειρεσιώνης», όχι μόνο δεν απαγορευόταν στο Βυζάντιο αλλά αντιθέτως κατά την εορτή των Χριστουγέννων «…κατά διαταγήν του επάρχου της (κάθε) πόλεως, ου μόνον καθαρισμός των οδών εγένετο, αλλά και στολισμός διαφόρων κατά διαστήματα στηνομένων στύλων με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και άνθη εποχής…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 152).
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα επίλεκτο Βασιλικό Καβαλλαρικό (Ιπποτικό) Τάγμα της βυζαντινής ανακτορικής φρουράς το οποίο – μεταξύ άλλων - συμμετείχε με τελετουργικό ρόλο σε επίσημες αυτοκρατορικές τελετές – μεταξύ των οποίων και της τελετής των Χριστουγέννων - ήταν εκείνο της «Εταιρείας», το οποίο διαιρείτο σε «Μικρή», «Μεσαία» και «Μεγάλη Εταιρεία». Την «Μικρή Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόθρησκοι!!!... (π.χ. εθνικοί, ειδωλολάτρες, μουσουλμάνοι κλπ).Την «Μεσαία Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόδοξοι ή/και αλλοεθνείς Χριστιανοί (π.χ. Σκανδιναυοί, Γερμανοί, Ρώσοι, Άγγλοι κλπ).Την «Μεγάλη Εταιρεία» την αποτελούσαν «Ρωμαίοι», δηλ. Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί (Ρωμιοί).Πιο πιθανό είναι επομένως να ήταν οι αλλοεθνείς/αλλογενείς Ιππότες της Μεσαίας Εταιρείας εκείνοι που μεταλαμπάδευσαν το έθιμο της «Ειρεσιώνης» (το οποίο μετεξελίχθηκε στους «Βυζαντινούς στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και ανθέων εποχής») στις αλλόδοξες Χριστιανικές χώρες από τις οποίες κατάγονταν.

Πάντως η ανάμνηση του βυζαντινού Χριστουγεννιάτικου στολισμού με στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα επιβίωσε στα Πρωτοχρονιάτικα κάλανδα: «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψηλή μου ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΙΑ…»

Δεν γνωρίζω εάν π.χ. στις Σκανδιναυικές χώρες φύονται δενδρολίβανα, αλλά τα κλαδιά του ελάτου που μοιάζουν πολύ με εκείνα του δενδρολίβανου θα μπορούσαν ίσως να αποτελούν το πιο πρόσφορο υποκατάστατό του που διαδόθηκε ευρέως στη Δύση και παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας.  

Αξίζει να σημειωθεί ότι και η φάτνη η οποία τοποθετείται στην βάση του Χριστουγεννιάτικου δένδρου αποτελεί επίσης ελληνικό έθιμο από την εποχή του Βυζαντίου:
«Οι Βυζαντινοί κατά την ημέραν των Χριστουγέννων…εσχημάτιζον σπήλαιον και εν αυτώ ετοποθέτουν στρωμνήν εφ’ ής ετοποθέτουν παίδα, τον Ιησούν παριστάνοντα…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 151).

 
Ομοίως και τα κάλανδα:

«…Οι Βυζαντινόπαιδες, περιερχόμενοι τας οικίας, από βαθείας πρωίας μέχρι δείλης οψίας, μετά αυλών και συρίγγων έλεγον τα κάλανδα…» (Φαίδωνος Κουκουλέ, Τακτικού Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός» τ. στ΄, σελ. 152).

Περί των καλανδιστών κατά τα Χριστούγεννα κατά τον ΙΒ΄ αι. μαρτυρεί και ο Ι. Τζέτζης γράφων:

«…Και όσοι κατ’ αρχίμηνον την Ιανουαρίου και τη Χριστού γεννήσει δε και Φώτων ημέρα, οπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες μετά ωδών και επωδών και λόγους εγκωμίων…».

Ομοίως ο Άη Βασίλης για τον οποίο ο κα­θη­γη­τὴς τῆς λα­ο­γρα­φί­ας Δ. Λου­κά­τος, στὸ βι­βλί­ο του «Χρι­στου­γεν­νι­ά­τι­κα καὶ τῶν γι­ορ­τῶν» γρά­φει μεταξύ άλλων ὅ­τι:
«…Ο δι­κός μας Ἅ­γιος Βα­σί­λης ἦ­ταν ἕ­νας κα­θα­ρὰ πρω­το­χρο­νι­ά­τι­κος Ἅ­γιος, κά­τι ἀ­νά­με­σα στὸν πραγ­μα­τι­κὸ Ἱ­ε­ράρ­χη τῆς Και­σα­ρείας καὶ σ' ἕ­να πρό­σω­πο συμ­βο­λι­κὸ τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ, ποὺ ξε­κι­νοῦ­σε ἀ­πὸ τὰ βά­θη τῆς Ἑλ­λη­νι­κῆς Ἀ­σί­ας, κι ἔ­φτα­νε τὴν ἴ­δια μέ­ρα σ’ ὅ­λα τὰ πλά­τη, ἀ­πὸ τὸν Πό­ντο ὡς τὴν Ἑ­πτά­νη­σο κι ἀ­πὸ τὴν Ή­πει­ρο ὡς τὴν Κύ­προ... Ἐ­κεῖ­νο ποὺ ἔ­φερ­νε στοὺς ἀν­θρώ­πους ἦ­ταν πε­ρισ­σό­τε­ρο συμ­βο­λι­κό: ἡ κα­λὴ τύ­χη κι ἡ ἱ­ε­ρα­τι­κὴ εὐ­λο­γί­α του…
Ο Άη Βασίλης στην δι­κή μας (Βυζαντινή) πα­ρά­δο­ση, ήταν γε­λα­στός, ντυ­μέ­νος σαν βυ­ζαν­τι­νὸς πε­ζο­πό­ρος, μὲ σκου­φὶ …και στο χέ­ρι του κρα­το­ύ­σε ένα ρα­βδί.. Τὸ …μα­γι­κὸ ρα­βδί του, ἀ­π’ ὅ­που μὲ θαυ­μα­στὸν τρό­πο βλά­σται­ναν ἢ ζων­τά­νευ­αν κλα­διά καὶ πέρ­δι­κες, σύμ­βο­λα τῶν ἀν­τί­στοι­χων δώ­ρων, ποὺ θὰ μπο­ρο­ύ­σε νὰ μοι­ρά­σει στοὺς εὐ­νο­ου­μέ­νο­υς του (σ.σ. το ραβδί του Άη Βασίλη θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο άμεσος πρόγονος του Χριστουγεννιάτικου στολισμένου δένδρου… )..Οἱ ἄν­θρω­ποι λὲς καὶ ζη­τοῦ­σαν τὴν εὐ­λο­γί­α του, μὲ τὸ νὰ μοι­ρά­ζουν ἀ­πὸ δι­κὴ τους πρό­θε­ση δῶ­ρα καὶ λε­φτά…γο­νεῖς καὶ συγ­γε­νεῖς ἔ­δι­ναν στὰ παι­διὰ τους μπου­να­μά­δες ἢ καὶ με­τα­ξύ τους τὰ δῶ­ρα…».
Ο Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε το 330 στη Νεοκαισάρεια του Πόντου (σ.σ. ήταν και παραμένει ένας …Πόντιος Πρωτοχρονιάτικος Άγιος!!!...) και διετέλεσε Επίσκοπος Καισαρείας, ο οποίος ανέλαβε στη συνέχεια την εξαρχία της Αρχιεπισκοπής του Πόντου, σπούδασε φιλοσοφία στην Κωνσταντινούπολη και στην Αθήνα, ενώ υπήρξε μαθητής και συνεχιστής των Ελλήνων φιλοσόφων Λιβανίου, Ιμερίου και Προαιρεσίου. Μαθητής του τελευταίου υπήρξε και ο συνομήλικος του Μεγάλου Βασιλείου Βυζαντινός Αυτοκράτωρ Ιουλιανός ο Παραβάτης.

Ο Μέγας Βασίλειος όχι μόνον δεν απέρριπτε την μελέτη των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων αλλά αντιθέτως προέτρεπε τη χρήση της, επειδή τη θεωρούσε ως ένδυμα της Χριστιανικής θρησκευτικής Διδασκαλίας!!!...

  
Aγιος Βασίλειος ο Μέγας. Ι.Μ. Διονυσίου Αγίου Όρους. 15ος αι.

Ήταν επίσης γνωστός μεταξύ άλλων και για τους αγώνες του υπέρ της αξιοκρατίας και κατά της σιμωνίας των Επισκόπων καθώς επίσης και για το σπουδαίο φιλανθρωπικό έργο που επιτελούσε μέσωι του ιδρύματός του, το οποίο στην πραγματικότητα ήταν μια ολόκληρη πόλη – Πτωχοκομείο κοντά στην Καισαρεία, την οποία ονόμαζαν προς τιμήν του «Βασιλειάδα».
Επίσης είναι γνωστό ότι το έθιμο της βασιλόπιτας συνδέεται με τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος ήθελε να επιστρέψει στους κατοίκους της Καισαρείας, τιμαλφή και χρυσά νομίσματα που του είχαν παραδώσει προκειμένου να δοθούν ως λύτρα στον έπαρχο Καππαδοκίας  που απειλούσε με δήωση την πόλη τους επειδή οι κάτοικοι αδυνατούσαν να καταβάλουν τους οφειλόμενους φόρους. Όταν όμως επείσθη από τον Μέγα Βασίλειο ότι η αδυναμία αυτή οφείλετο σε προηγηθείσα θεομηνία, απήλλαξε την Καισάρεια της δηώσεως και δεν εδέχθη τα προσφερθέντα λύτρα.Επειδή τα συγκεντρωθέντα πολύτιμα αντικείμενα δεν χρειάζονταν πλέον, έπρεπε να επιστραφούν στους κατόχους τους. Όμως για να μην μπουν στον πειρασμό να πάρουν κάτι που δεν τους ανήκε, ο Μέγας Βασίλειος έδωσε εντολή στην υπηρεσία της επισκοπής να ζυμωθούν πίτες και μέσα σε αυτές να τοποθετηθούν τα πολύτιμα αντικείμενα που έπρεπε να μοιραστούν στους κατοίκους. Όταν οι πίτες αυτές μοιράστηκαν μετά τη θεία λειτουργία της επομένης ημέρας που ήταν Πρωτοχρονιά, ο καθένας βρήκε μέσα στην πίτα που πήρε ό,τι ή θεία πρόνοια του έδωσε, ή - κατ’ άλλη εκδοχή σύμφωνη με την παράδοση – βρήκε, ως εκ θαύματος, ό,τι είχε προσφέρει.
Ο Μέγας Βασίλειος κοιμήθηκε την 1-1-379.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην κηδεία του συμμετείχαν όχι μόνον Χριστιανοί αλλά επιπλέον πιστοί της εθνικής θρησκείας, ένα πλήθος ανομοιογενούς θρησκευτικής και εθνικής απόχρωσης, ακόμα και Ιουδαίοι!!!...Οπότε ας μην έχουμε ενοχές για τα Χριστουγεννιάτικα έθιμά μας, ότι δήθεν είναι δυτικότροπα, ούτε χρειάζεται να αντικαταστήσουμε το Χριστουγεννιάτικο δένδρο, τη φάτνη και τον Άη Βασίλη με άλλα υποκατάστατα έθιμα γιατί τα Χριστουγεννιάτικα και Πρωτοχρονιάτικα έθιμά μας ήταν, είναι και παραμένουν απολύτως Ελληνικά, ασχέτως εάν επανεισήχθησαν στη χώρα μας με επίσημη αφετηρία επανεισαγωγής τους το 1833 κατά τον στολισμό του Χριστουγεννιάτικου δένδρου στα ανάκτορα του Βασιλέως Όθωνος (και κατόπιν σε όλη την Αθήνα, ενώ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθιερώθηκε ο στολισμός του με μπάλες)!!!...Και είναι κρίμα ως Έλληνες να αγνοούμε, να περιφρονούμε, να απαξιούμε και να απεμπολούμε μια και πλέον χιλιετία μεσαιωνικής μας ιστορίας ... !

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2013

Καλιανταρίσματα Πρωτοχρονιάς στη Σαντορίνη


Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Σαντορίνη

Σε αυτή την ανάρτηση μαζέψαμε διαφορετικά κάλαντα πρωτοχρονιάς στη Σαντορίνη, τόσο σε γραπτή όσο και σε ηχητική μορφή.
Πάμε λοιπόν ...
Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Οίας Σαντορίνης
Άγιος Βασίλης έρχεται γεμάτος με τα δώρα
φέρνει ευχές και ευλογιές σε Φοινικιά και Χώρα

Φέρνει μαζί του αγιασμό,  να αγιάσει τα αμπέλια
για να γεμίσουν με κρασί, άφουρες και βαρέλια

Φέρνει και κάτω στο γιαλό, κατάρτι ασημένιο
για να γενεί με το καλό, και αυτό μαλαματένιο

Για αυτό αν έχεις γιο μικρό, βάλτο’ νε στο μουράγιο
να αξιώσει ο Άγιος, να γίνει καπετάνιος

Κι αν έχεις κόρη παντρειάς, δωσ’ της Πανωμερίτη
για να τη δεις αρχόντισσα, να κουμαντάρει σπίτι

Χρόνους πολλούς να χαίρεστε, α είστε ευτυχισμένοι
και από καράβια και κρασί, να είστε πλουτισμένοι
                                              
Και άλλα…. Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Σαντορίνης


Αρχιμηνιά κι αρχίχρονιά κι αρχή του Γεναρίου
Κι αρχή που βγήκε ο Χριστός στη γη να περπατήσει
Κι εκεί που επερπάτησε χρυσό δενδρί εβγήκε
Χρυσά ταν τα κλωνάρια του κι ολάργυρη η κορφή του
Και στα περικλωνάριά του πουλιά κι εκελαδούσαν

Και ΚΑτεβαίναν τα πουλιά μαύρα μου μάτια και γλυκά
Και πίναν και ανέβαιναν και ροδόσταμο ερραίναν
Δεν ήταν μόνο πέρδικες γαρουφαλιές λεβέντισσες
Ήταν και τρυγονάκια μαύρα μου γλυκά ματάκια.
Κι έρραιαν τον αφέντη μας, τον Ρήγα τον λεβέντη μας,
Τον πολυχρόνεμένο μας και στον κόσμο ξακουσμένο.

Εσένα πρέπει αφέντη μου καράβι ν αρματώσεις
Και τα σκοινιά του καραβιού να τα μαλαμτώσεις
\και πάλι  ξαναπρέπει σου καρέκλα καρυδένια
Για να ακουμπας τη μέση σου τη μαργαριταρένια.

Και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα να καδίζεις
Με το ένα χέρι να μετράς, με το άλλο να δανείζεις
Και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα να κοιμάσαι
Βελούδα να σκεπάζεσαι να μην κρυολοάσαι.

Πολλά παμε τ’ αφέντη μας ας πούμε και της κυράς μας,
Κυρά ψηλή, κερά λιγνή κερά καμαροφρύδα,
Κυρά μ όντας θα στολιστείς, να πας στην εκκλησιά σου,
Βανείς τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι σου στα στήθη
Και του κοράκου τα φτερά βάνεις καμαροφρύδι.

Πολλά παμε και της κυράς ας πουμε και της κόρης
Έχεις και κόρη όμορφη γραμματικός την θέλει.
Μ αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύει.
Γυρεύει αμπέλι ατρύητο, χωράφια με τα στάχυα.
Γυρεύει και τη Βενετιά, μ όλα της τα καράβια
Γυρεύει και τον κυρ Βοριά να τα καλαρμενίζει.

Έχεις και γιο στα γράμματα και σέρνει το κοντύλι
Να τον αξιώσει ο Θεός να βάλει πετροχείλι.
Για δώσε μας τον πετεινό, για δώσε μας την κόττα
Για δώσε μας την σφαντζικα να φύουμε από την πόρτα.

Βγάλτε τη μπότσα με κρασί, κορώνα μου ζωγραφιστή,
Βγάλε να μας κεράσεις που να ζεις και να γεράσεις.
Επάνω στο παράθυρο στέκει ένα γαρούφαλλο,
Στέκει μια περιστέρα και του χρόνου τέτοια μέρα.


Και άλλα……

ΚΑΛΑΝΤΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΑΑρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
ψιλή μου δεντρολίβανιά
τσ’ αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ άγιο Θρόνο.

Αγιος Βασίλης έρχεται
κούτσουρα φορτωμένος
για ξεφορτώσετέ τονε
γιατί είναι κουρασμένος


Σένα σου πρέπει αφέντη μου
στασίδι να καθίζεις
το να σου χέρι να μετρά
τσαι τ άλλο να δανίζει

Σενά σου πρέπει αφέντη μου
καρέκλα καρυδένια
για να κουμπάς τη μέση σου
τη μαργαριταρένια
Σένα σου πρέπει αφέντη μου
κάραβι από την Πόλη
όντας το φέρεις στο νησί
να το ζηλεύουν όλοι
Να έχει απάνω το Σταυρό
και την Αγία Σοφία
όντας γυρνάς στα πέλαγα
να έχεις ευλογία
Να έχει πάνω την ευχή
απ' το Πατριαρχείο
και από τον 'Αγιο Δέσποτα
να μην δουγιάς θηρίο

Σενα σου πρέπει αφέντη μου
καράβι από την Μάλτα
τσαι κείνο που χεις στο νησί
να το τραβάς για βάρκα


Τσερά μου οντάς στολίζεσαι
τσαι πας στην εκκλησία
όλος ο κόσμος σε θωρεί
από τη φαντασία


Τσερά μου, όντας στολίζεσαι
τσαι πας στην εκκλησιά σου
όλος ο κόσμος ήτρεξε
να δει την ομορφιά σου


Πολλά παμε τσαι τση κεράς
ας πούμε τσαι τση κόρης
τσερά τη θυατέρα σου
γραμματικός τη θέλει


Μ αν είναι τσαι γραμματικός
πολλά προυσά γυρεύει
θέλει αμπέλια ατρύγητα
χωράφια με τα στάχυα

Θέλει τη τσερά θάλασσα
μ όλα τση τα καράβια
θέλει τσαι το τσυρ Βοριά
για να του το αρμενίζει

Τσερά ψιλή τσερά λιγνή
τσερά καμαρωμένη
τσερά μαρμαροτράχηλη
τσαι μαρμαροκολώνα,
που χεις το γιο τον καλογιό
το γιό τον κανακάρη
που λούζεις τον στολίζεις τον
και στο σχολειό του πάει.


Τσ ο δάσκαλος τον έστειλε
για να καλαναρχίζει
τσαι το τσερί ντου έσταζε
τα ήκαψε το χαρτί του


Ήκαψε τσαι τα ρούχα ντου
τα χρυσοκεντημένα
όπου του τα τσεντούσανε
χεράκια κοραλένια

Τσαι άλλα πολλά πρέπανε
μα πάω γιατί σπουτάζω
θέλω να πάω και αλλού
να τσοι ανεγαλιάσω

Απάνω στο παράθυρο
στέκει μια περιστέρα
αν είναι με το θέλημα
να πούμε καλησπέρα

(Καλλίτσι Νομικού – από το βιβλίο του Γιώργου Βενετσάνου: « Λαογραφικά της Σαντορίνης – Παραδόσεις τόμος 2ος»

Και άλλα…..
Καλην εσπέρα άρχοντες, ήρθαμε να σας πούμε
ότι και αύριο εόρτη , ανάγκη να χαρούμε.
Και να πανηγυρίσουμε, Περιτομή Κυρίου,
και εορτή του μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου.
Κάνω λοιπό καλήν αρχή τραγούδια να συνθέσω ,
τον Αγιο Βασιλείο δια να επαινέσω.
Να σας είπω τα θαύματα, που έκανε αυτός του,
με του Θεού τη δύναμη που ήταν βοηθός του.
Σπουδές – γράμματα μάθαινε, σοφία πλουτισμένος,
παρ’ όλων εθαυμάζετο, γιατί ήταν διδαγμένος.
Της Καισσαρείας γέννημα, βλαστός Καππαδοκίας,
και λυτρωτής και ποιητής της Θείας Λειτουργίας.
Είχε και το αξίωμα, της αρχιεροσύνης,
έχθρός των έργων των κακών, φίλος της σωφροσύνης.
Αρχιερείς τον σέβονταν, παπάδες τον τιμούσαν,
οι άρχοντες και ο λαός, σκυφτοί τον προσκυνούσαν.
Να μη σας τα πολυλοιγώ, τα προτερήματά του,
όλοι θε να τα ξέρετε τα κατορθώματά του…
Απάνω στο παράθυρο , στέκει μια περιστέρα,
αν είναι θέλημα Θεού , να πούμε καλησπέρα.


 Λίγο πριν το τέλος μια ιστορική φωτογραφία
Μια σπάνια φωτογραφία από το 1959 από το χωριό του Ακρωτηρίου στη Σαντορίνη
Διακρίνεται ο Ευστάθιος Αρβανίτης (τζαμπουνιέρης) να παίζει τσαμπούνα








Τώρα τι λέτε ; Πάμε να ακούσουμε και τα ηχητικά:
Το πρώτο βίντεο είναι καταγραφή από την έρευνα που συνεχίζει και κάνει ο ερευνητής- μουσικός δάσκαλος τσαμπούνας Γιάννης Πανταζής  με τον παλιό τσαμπουνιέρη της Σαντορίνης Βαγγέλη Μαρκουλή από την Οία

 



Και του Χρόνου !!!

Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2012

Φωτοκάλαντα Σαντορίνης


Περικαλώ σας δώστε μου άδεια ν’ αρχινίσω
τα φωτοκάλαντα να πω να σας καλησπερίσω.

Χίλια καλησπερίσματα φέρνω στην αφεντιά σας
και του καιρού σας αύριο να ’χετε την υγειά σας.

Αν ίσως και ορίζετε κι είναι με θέλησή σας,
τα φωτοκάλαντα να πω στην πόρτα την δική σας.

Μηνύματα χαρμόσυνα ήρθαμε να σας πούμε,
πως ο Χριστός βαφτίζεται και πρέπει να χαρούμε.

Πως ήταν Θεοφάνεια ανθρώπου σωτηρία,
που καθαρίζουν τας ψυχάς από τας αμαρτίας.

Δεν είναι τούτη εορτή οσάν την περασμένη,
είναι μεγάλη και τρανή και δοξολογημένη.

Γιατί κατέβει ο Χριστός διά φιλανθρωπία,
ήρθες Χριστέ να βαπτιστείς χωρίς να έχεις χρεία.

Σπήλαιον πενιχρότατον και φάτνη των προβάτων,
ήρθες Χριστέ να γεννηθείς ως θαύμα των θαυμάτων.

Με σπάργανα σε τύλιξε η Δέσποινα η κυρία,
υμνούμεν, προσκυνούμεν σε υπέρμαχε Μαρία.

Στις 25 Δεκεμβρίου ήλθες και εγεννήθεις
και εις την πρώτην Γεναρίου σαρκός περιτομήθεις.

Ο μήνας έχει σήμερον έξι του Γεναρίου
και όλοι εορτάζουμε τα Φώτα του Κυρίου.

Γιατί κατέβει ο Χριστός τούτο να τελειώσει
την αμαρτία του Αδάμ να σβήσει και να λειώσει.

Σήμερα είναι των Φωτών π’ αγιάζουνε τον κόσμο
και οι παπάδες περπατούν με το σταυρό στο δρόμο.

Και μες στα σπίτια μπαίνουσι και λεν τον Ιορδάνη
βοήθεια να τον έχουμε τον Άγιο Ιωάννη.

Σαν μπήκε μες στον ποταμό ζητά τον Ιωάννη
να τον βαπτίσει γλήγορα στο Άγιο ποτάμι.

Έλα Προφήτα γλήγορα διά να με βαπτίσεις
και στην Αγία μου κορφή την χείρα σου ν’ αφήσεις.

Δεν είμαι άξιος Χριστέ εγώ να σε βαφτίσω,
και στην Αγία σου κορφή τη χείρα μου ν’ αφήσω.

Μάλιστα εγώ χρειάζομαι να βαφτιστώ από σένα
ευλόγησε με δέσποτα, συγχώρεσε και μένα.

Σαν μπήκε μες στον ποταμό διά να τον βαπτίσει
ο Ιορδάνης στράφηκε πίσω για να γυρίσει.

Άγγελοι και αρχάγγελοι εκεί περιπατούσαν
σκυμμένα τα κεφάλια τους και τον επροσκυνούσαν.

Και μέγα θαύμα έγινε όπου δεν έχει ταίρι
οι ουρανοί ανοίξανε και βγήκε περιστέρι.

Το Άγιο πνεύμα ήτονε διά να μαρτυρήσει
Υιός Θεού βαπτίζεται σ’ Ανατολή και Δύση.

Και τα νερά ευλόγησε, τις βρύσες, τα πηγάδια,
της οικουμένης τα δεντρά, κάμπους, βουνά, λαγκάδια.

Σήμερον ο αόρατος του ουρανού ο κτίστης
στον Ιορδάνη ποταμό ήρθε και εβαπτίσθει.

Σήμερα ο μέγας Πρόδρομος Υιός του Ζαχαρίου
τον Ιησού εβάπτισε τα Άγια του Αγίου.

Η θάλασσα ημέρωσε όπου ήταν αγριεμένη
σαν μπήκε εις τον ποταμό ευρέθει μερωμένη.

Για τούτο μέχρι σήμερα οι ναύτες το κρατούνε
σαν βαφτιστούνε τα νερά στο πέλαγος να μπούνε.

Αχ και να είμαστε κι εμείς στον Άγιο Ιορδάνη
να ελουζόμαστε και εμείς στο Άγιο ποτάμι.

Μας λέγει το Ευαγγέλιο και του Χριστού το στόμα
όποιος δεν λάβει βάπτισμα χάνει ψυχή και σώμα.

Του χρόνου να ’χουμε την γεια να ’ρθούμε να σας βρούμε
Χαρούμενους, καλόκαρδους να σας τα ξ α ν α π ο ύ μ ε .



Παρακαλώ σας δώστε μου θέλημα ν’ αρχινήσω
Τα Φωτοκάλαντα να πω , να σας ευχαριστήσω.
Αν ίσως και ορέγεσθε και με τη θέλησή σας,
Τα Φωτοκάλαντα να πω στην πόρτα τη δική σας.
Ο μήνας έχει σήμερα εξέ του Γεναρίου,
Και όλοι εορτάζουμε τα Φώτα του Κυρίου.
Μηνύματα χαρμόσυνα ήρθαμε να σας πούμε,
Πως ο Χριστός βαφτίζεται και πρέπει να χαρούμε.
Δεν είναι τούτη η εορτή , ωσαν τη περασμένη,
Είναι μεγάλη και τρανή και δοξολογημένη.
Σήμερο είναι τω Φωτώ π’ αγιάζουνε τον κόσμο
Και οι παπάδες πορπατούν με το σταυρό στο δρόμο.
Και μες στα σπίθια μπαίνουνε και λεν’ τον Ιορδάνη,
Βοήθεια να έχουμε τον Άγιο Ιωάννη….
Του χρόνου να ‘ χουμε τη γεια να ρθωμε να σας βρούμε
Χαρούμενους, καλόκαρδους, να σας τα ξαναπούμε.
( Γ. Συρίγου – Μονιούδη: «Η Σαντορίνη μου» )
 

Κάλαντα Θεοφανείων Τήνου (αλφαβητάρι)

 Συνήθιζαν να τα τραγουδούν εν χορώ, ανήμερα τα Φώτα. Στά Δυο Χωριά, ακούστηκαν για τελευταία φορά στα τέλη της 10ετίας του 1970 σε καφενείο του χωριού από χορό γερόντων κατοίκων. Έκτοτε δεν έχουν ακουστεί.

Άρχισ’η γλώσσα μ’ άρχισε, τούτο τ’ αλφαβητάρι, χρόνια πολλά να χαίρεστε με του Χριστού τη χάρη.

Βουλή σου ήταν Κύριε να βαπτιστείς Χριστέ μου, στον Ιορδάνη ποταμό να έμπεις πλαστουργέ μου.

Γεννήθηκες ως άνθρωπος, στον κόσμο εφανερώθης, απ’την αιώνια κόλαση να μας ελευθερώσεις.

Διάβολος επατήθηκε κι’ είχε μεγάλη ζάλη, που ο Χριστός βαπτίζεται κάτω στον Ιορδάνη.

Εφώναζαν κι’ επρόσταζαν κι’ εμείς να βαπτιστούμε, στον Ιορδάνη ποταμό μέσα όλοι να μπούμε.

Ζητάει ο ίδιος ο Χριστός τον Άγιο Ιωάννη, να βαπτιστούνε και οι δυό μέσα στον Ιορδάνη.

Ήνοιξαν τα ουράνια, κατέβη το Άγιο Πνεύμα, εις του Χριστού την κεφαλή ως είδος περιστέρα.

Θαύμασε όλος ο λαός και όλοι απορούσαν, την παρουσία του Χριστού ‘πέσαν και προσκυνούσαν.

Ίστατο εκεί λαός και βάπτισμα προσμέναν, μα ήσανε πάρα πολλοί κι’ όλους δεν τους προφταίναν.

Κάμε λοιπόν καλή αρχή κι’έλα καθάρισέ με, την χείρα σου στην κεφαλή βάλε και ράντισέ με.

Λάβε το θάρρος από ‘μέ, έλα και ράντισέ με, την χείρα σου στην κεφαλή βάλε και βάπτισέ με.

Με φόβο και με στοχασμό, αρχίζει να βαπτίζει, ο Ιωάννης τον Χριστό που όλο τον κόσμ’ ορίζει.

Νικήθηκε ο διάβολος με τούτα τα σημεία κι’ έχασε τα ύψη του κι’ όλα τα μεγαλεία.

Ξάστησε όλος ο λαός κι’ο Άγιος Ιωάννης, οπίσω όταν είδανε να στρέφει ο Ιορδάνης.

Όλος ο κόσμος σάστισε και όλοι απορούσαν, την παρουσία του Χριστού ΄πέσαν και προσκυνούσαν.

Πιστέψανε στον Κύριο προτού να βαπτιστούνε, πως ειν΄ αληθινός Θεός και τον επροσκυνούνε.

Ρωτάει ο Πανάγαθος ο περιδοξασμένος, ποιός νά ΄ναι από τους δυό πιό καλοβαπτισμένος.

Συ ώ Πανάγαθε Θεέ τι ερωτάς εμένα, ωσάν εγώ καλύτερος να είμαι από ΄σένα.
Τα λόγια σου είναι χρυσά οσάκις σε ρωτήσω, χρυσόστομο εις το εξής θα σε ονοματήσω.

Υμνούνε τα ουράνια, Πνεύμ΄Αγιο κατεβαίνει, εις του Χριστού την κεφαλή πετάει και πηγαίνει.

Φωνή μεγάλη ακούστηκε κάτω στον Ιορδάνη, πως εβαπτίστηκε ο Υιός από τον Ιωάννη.

Χίλιες χιλιάδες εκατό στεκόταν ένα γύρω, καί όλοι εβαπτίζοντο μ΄ εκείνο το σημείο.

Ψυχές εκαθαρίζονταν από την αμαρτία, σ΄ όλο τον κόσμο έλαμψε Χριστού η παρουσία.

Ώ φίλοι μ΄ εσείς π΄ ακούσατε τούτο τ΄ αλφαβητάρι, χρόνια πολλά να χαίρεστε με του Χριστού τη χάρη.



Όπως διεσώθησαν από την Ευσταθία Κουμαριανού, στα Δυό Χωριά Τήνου

πηγή

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά.... Εθιμα της Πρωτοχρονιάς στη Σαντορίνη

 " Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά..."

¨Παραμονή το βράδυ τα παιδιά όπως συνηθιζονταν παντού πήγαιναν να πουν παντού τα κάλαντα στο χωριό.

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς υπήρχε ένα παλιό έθιμο που οι ρίζες του φθάνουνε στους βυζαντινούς χρόνους. Όλα τα παιδιά του δημοτικού σχολείου έπρεπε μετά τη λειτουργία να πάνε την "καληχέρα" στο δάσκαλό τους και να του πουνε τα χρόνια πολλά. Του πηγαίνανε ότι είχανε προαίρεση χρήματα, αυγά, ή κοτόπουλα.

Ο αφέντης κάθε φαμέλιας από την άλλη έπρεπε να επισκεφθεί τους συγγενείς του για να δώσει και εκείνος τις "καληχέρες" στα παιδιά. το ίδιο και ο σάντουλος στους φιλιότσους του.

Ενα χαρακτηριστικό γλυκό της Σαντορίνης για το οποίο η συνεργάτης μας από την Οία μας στέλνει και τη συνταγή είναι οι τηγανίτες.

Οι "τηγανίτες" στην Οία ουσιαστικά είναι τα αντίστοιχα Μικρασιάτικα "κατιμέρια" δηλαδή μικρά τηγανητά πιτάκια από αλευροχυλό (κάτι σαν λουκουμάδες) περιχυμένα με πετιμέζι.

1 πακέτο αλεύρι κόκκινο ("που φουσκώνει μόνο του"),  μισο κουτάλι αλάτι, 1 κουτάλι σόδα, 2 ποτήρια χλιαρό νερό, λάδι για το τηγάνισμα

πετιμέζι

Σε μια λεκάνη βάζουμε το αλεύρι, το αλάτι, τη σόδα ανακατεύουμε και κατόπιν σιγά-σιγά ριχνουμε το νερό, ανακατεύοντας μέχρι να γίνει ένας πηχτός χυλός. Βάζουμε το λάδι στο τηγάνι και το αφήνουμε να κάψει. Αφου κάψει το λάδι...βάζουμε στη χούφτα μια κουταλιά απο τον πηχτό χυλό, το πλάθουμε να γίνει "πλακουτσωτό" να πάρει δηλαδή σχήμα σαν ένα πιτάκι και το ρίχνουμε στο τηγανι. Το αφηνουμε μέχρι να ροδίσει η μια πλευρά, το γυρίζουμε απο την αλλη. Αφού φτιάξουμε όλες τις τηγανίτες, τις περιχύνουμε με πετιμέζι και τις σερβίρουμε.

Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Οίας Σαντορίνης

Άγιος Βασίλης έρχεται γεμάτος με τα δώρα
φέρνει ευχές και ευλογιές σε Φοινικιά και Χώρα

Φέρνει μαζί του αγιασμό, να αγιάσει τα αμπέλια
για να γεμίσουν με κρασί, άφουρες και βαρέλια

Φέρνει και κάτω στο γιαλό, κατάρτι ασημένιο
για να γενεί με το καλό, και αυτό μαλαματένιο

Για αυτό αν έχεις γιο μικρό, βάλτο’ νε στο μουράγιο
να αξιώσει ο Άγιος, να γίνει καπετάνιος

Κι αν έχεις κόρη παντρειάς, δωσ’ της Πανωμερίτη
για να τη δεις αρχόντισσα, να κουμαντάρει σπίτι

Χρόνους πολλούς να χαίρεστε, α είστε ευτυχισμένοι
και από καράβια και κρασί, να είστε πλουτισμένοι


Και άλλα Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Σαντορίνης

Αρχιμηνιά κι αρχίχρονιά κι αρχή του Γεναρίου
Κι αρχή που βγήκε ο Χριστός στη γη να περπατήσει
Κι εκεί που επερπάτησε χρυσό δενδρί εβγήκε
Χρυσά ταν τα κλωνάρια του κι ολάργυρη η κορφή του

Και στα περικλωνάριά του πουλιά κι εκελαδούσαν
Και ΚΑτεβαίναν τα πουλιά μαύρα μου μάτια και γλυκά
Και πίναν και ανέβαιναν και ροδόσταμο ερραίναν
Δεν ήταν μόνο πέρδικες γαρουφαλιές λεβέντισσες

Ήταν και τρυγονάκια μαύρα μου γλυκά ματάκια.
Κι έρραιαν τον αφέντη μας, τον Ρήγα τον λεβέντη μας,
Τον πολυχρόνεμένο μας και στον κόσμο ξακουσμένο.

Εσένα πρέπει αφέντη μου καράβι ν αρματώσεις
Και τα σκοινιά του καραβιού να τα μαλαμτώσεις
\και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα καρυδένια
Για να ακουμπας τη μέση σου τη μαργαριταρένια.

Και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα να καδίζεις
Με το ένα χέρι να μετράς, με το άλλο να δανείζεις
Και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα να κοιμάσαι
Βελούδα να σκεπάζεσαι να μην κρυολοάσαι.

Πολλά παμε τ’ αφέντη μας ας πούμε και της κυράς μας,
Κυρά ψηλή, κερά λιγνή κερά καμαροφρύδα,
Κυρά μ όντας θα στολιστείς, να πας στην εκκλησιά σου,
Βανείς τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι σου στα στήθη
Και του κοράκου τα φτερά βάνεις καμαροφρύδι.

Πολλά παμε και της κυράς ας πουμε και της κόρης
Έχεις και κόρη όμορφη γραμματικός την θέλει.
Μ αν είναι και γραμματικός πολλά προυκιά γυρεύει.
Γυρεύει αμπέλι ατρύητο, χωράφια με τα στάχυα.
Γυρεύει και τη Βενετιά, μ όλα της τα καράβια
Γυρεύει και τον κυρ Βοριά να τα καλαρμενίζει.

Έχεις και γιο στα γράμματα και σέρνει το κοντύλι
Να τον αξιώσει ο Θεός να βάλει πετροχείλι.
Για δώσε μας τον πετεινό, για δώσε μας την κόττα
Για δώσε μας την σφαντζικα να φύουμε από την πόρτα.

Βγάλτε τη μπότσα με κρασί, κορώνα μου ζωγραφιστή,
Βγάλε να μας κεράσεις που να ζεις και να γεράσεις.
Επάνω στο παράθυρο στέκει ένα γαρούφαλλο,
Στέκει μια περιστέρα και του χρόνου τέτοια μέρα.

Καλή Χρονιά γεμάτη μεράκι                                                        http://kallistorwntas.blogspot.com/2010/12/blog-post_30.html

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Κάλαντα Χριστουγέννων Πόντου

Χριστός γεννέθεν χαράν σον κόσμον
χα καλή ώρα, καλή σ' ημέρα
χα καλόν παιδίν οψέ γεννέθεν.
Οψέ γεννέθεν ουράνοστάθεν
τον εγένεσεν η Παναϊα
τον ενέστεσεν αει Παρθένος
Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάριν
κι εκατήβεν σο σταυροδρόμι
σταυροδρόμι και μυροδρόμι
Ερπαξάν ‘ατον οι χιλ' Εβραίοι
χιλ' εβραίοι και μύρι' Εβραίοι (δις)
Α ‘σα ακροντικά κι α ‘σήν καρδίαν
αίμαν έσταξεν, χολή κ' εφάνθεν
ούμπ' αν έσταξεν και μύρος έτον
μύρος έτον και μυρωδία
Εμυρίστεν ‘ατό ο κόσμος όλεν
για μυρίστ' ατό και εσύ αφέντα
συ αφέντα μ'  καλέ μ' αφέντα
Έρθαν τη Χριστού τα παλληκάρ(ε)α
και θυμίζνε το νοικοκύρην
νοικοκύρην και βασιλέαν  
 Δέβα σο ταρέζ κι' έλα ‘σην πόρταν
δόσ' μας ούβας και λεφτοκάρ(ε)α
κι αν ανοίεις μας χαρά ‘σην πόρτας.
πηγή

Τα κάλαντα του Ελληνισμού

Τα Κάλαντα, ή Καλήμερα, ή άσματα του αγερμού είναι τραγούδια με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα και όχι μόνο. Λέγονται κυρίως από παιδιά, σε συγκεκριμένες μέρες του χρόνου, από πόρτα σε πόρτα και συνοδεύονται πάντοτε από φιλοδώρημα από τους νοικοκύρηδες προς τους καλαντιστές.

Τέτοια τραγούδια λέγονταν τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, τα Φώτα, το Σάββατο του Λαζάρου, την Κυριακή των Βαΐων και το βράδυ της Ανάστασης. Παλαιότερα δε είχαμε τα χελιδονίσματα*, την περπερούνα** τον Μάν, τον κλήδονα, το τραγούδι του Ζαφείρη στην Ήπειρο, του Λειδινού στην Αίγινα. Σήμερα έχουν παραμείνει κυρίως τα κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Για τη σημερινή τους μορφή - ή την κατάντια καλύτερα - θα αναφερθούμε αργότερα.

Η ονομασία “Κάλαντα” προέρχεται από τις αρχαίες Ρωμαϊκές Καλένδες  (σ.σ δική μου -calenta :που διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ), που ήταν γιορτές που γίνονταν στην αρχαία Ρώμη κατά τις πρώτες πέντε ή επτά μέρες κάθε μήνα. Στη διάρκειά τους που ήσαν μέρες αργίας, επικρατούσε μεγάλη ευθυμία και γίνονταν μεγάλες ολονύχτιες διασκεδάσεις οινοποσίες, μεταμφιέσεις και όργια. Ήταν δε ιδιαίτερα λαμπρές οι καλένδες του Γενάρη που συνέπιπταν με την αρχή του χρόνου και τις γιορτές προς τιμή του θεού Ιανού (εξ’ ου και ο Ιανουάριος).

Παρ’ όλο όμως που τα κάλαντα πήραν την ονομασία τους από τις Ρωμαϊκές Καλένδες η προέλευσή τους είναι αρχαία ελληνική - από το έθιμο της Ειρεσιώνης. - Πέρασαν μετά στο Βυζάντιο και έφτασαν μέχρι τις μέρες μας.

H Ειρεσιώνη ήταν ένα έθιμο της αρχαίας Ελλάδας που εγίνετο δυο φορές το χρόνο. Μια την Άνοιξη για να παρακαλέσουν τους θεούς να προστατέψουν τη σοδειά, και μια το Φθινόπωρο για να τους ευχαριστήσουν για την καλή συγκομιδή που είχαν.

Κατά το έθιμο αυτό “παίδες αμφιθαλείς” που είχαν δηλαδή ζώντες και τους δύο γονείς γύριζαν από σπίτι σε σπίτι κρατώντας κλαδί ελιάς πάνω στο οποίο είχαν κρεμασμένα, κομμάτια από άσπρο και κόκκινο βαμμένο μαλλί, - σύμβολα της υγείας και της ομορφιάς -, διάφορους καρπούς, και τρία δοχεία, με λάδι, κρασί και μέλι, τραγουδώντας ευχές για την καρποφορία της γης και παινέματα για τους νοικοκυραίους.

Η Ειρεσιώνη πήρε το όνομά της από τη λέξη “Είρος”, που αργότερα έγινε έριον και στη συνέχεια μαλλί. Όμως με τον καιρό η Ειρεσιώνη πήρε την έννοια κάθε τραγουδιού που είχε χαρακτήρα ευχετικό και επαινετικό όπως τα δικά μας κάλαντα. Τα παιδιά λοιπόν γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδούσαν την Ειρεσιώνη και οι νοικοκύρηδες τους έδιναν για φιλοδώρημα διάφορα γεννήματα. Σαν τέλειωναν άφηναν την Ειρεσιώνη έξω από το ναό, και έμενε εκεί να ξηρανθεί μέχρι την επόμενη άνοιξη ή το Φθινόπωρο, που θα έφτιαχναν άλλη.

Το έθιμο λοιπόν αυτό καθώς και άλλα αρχαία ελληνικά έθιμα, πέρασαν στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους, στη συνέχεια στο Βυζάντιο και από κεί διατηρήθηκαν μέχρι τις μέρες μας.

Αξιοποιώντας οι πατέρες της Εκκλησίας το εορταστικό κλίμα που επικρατούσε στις μεγάλες ειδωλολατρικές γιορτές κατά την περίοδο από τις 22 Δεκεμβρίου μέχρι και τις πρώτες μέρες του Γενάρη, όπως η γιορτή του αήττητου Ήλιου, του Μίθρα, κατά την οποία γιόρταζαν τη νίκη του ήλιου κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο οπότε αρχίζει πλέον να μεγαλώνει και πάλι η μέρα, να νικά δηλαδή το φως το σκοτάδι και να γεννιέται καινούργια ελπίδα, μα και για να εκτοπίσουν τα παλιά ειδωλολατρικά έθιμα, τοποθέτησαν τις μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης, Χριστούγεννα, Περιτομή, Φώτα, μέσα σ’ αυτή την περιόδο.
...

Έτσι τα κάλαντα κατά την περίοδο του Βυζαντίου, με τη συμμετοχή λογίων ανθρώπων της εκκλησίας, αλλάζουν θεματολογία και αναφέρονται πλέον στο θρησκευτικό γεγονός της ημέρας, διατυπώνοντας μάλιστα και θεολογικές θέσεις. Διατηρούν όμως τις ευχές για τους νοικοκύρηδες, την καρποφορία της γης και τις επικλήσεις για φιλοδώρημα. Αυτό δίνει και την εξήγηση γιατί αρκετά κάλαντα έχουν λόγιο ύφος και γλώσσα, και βασίζονται πάνω σε εκκλησιαστικούς ύμνους. Αναφέρω ένα παράδειγμα.

Λέει ένας Βυζαντινός ύμνος του 14ου αιώνα μ.Χ.
Σήμερον η κτίσις - φωτίζεται
και πανηγυρίζει - ευφραίνεται
Από της ερήμου - ο Πρόδρομος
ήλθε να βαπτίσει - τον Κύριον

Ένα δε κάλαντο των Θεοφανείων:
Σήμερον τα φώτα κι’ οι φωτισμοί
Η χαρά η μεγάλη κι’ οι αγιασμοί
Άη Γιάννη Πρόδρομε και βαπτιστή
έλα να βαφτίσεις, Θεού παιδί.

Παίρνοντας ο λαός αυτά τα κάλαντα που γράφτηκαν και διαδόθηκαν από λόγιους ανθρώπους επέφερε αλλαγές στην εξιστόρηση των γεγονότων που πολλές φορές είναι τελείως εξωπραγματικές και δεν στέκουν καθόλου στην λογική. Οστόσο παραμένουν πάντα συγκινητικές και όμορφες με μια αντίληψη του θαύματος όπως το νοιώθει ο απλός λαός και κυρίως τα παιδιά.

Τα δικά μας κάλαντα δεν έχουν καμιά σχέση μ’ αυτό το θλιβερό φαινόμενο που βλέπουμε σήμερα. Ομάδες παιδιών που παπαγαλίζουν ξενόφερτα δυτικά Χριστουγεννιάτικα τραγούδια για να βγάλουν το χαρτζιλίκι τους ή κάποιους  ντυμένους Santa Claus να περιφέρονται μ’ ένα μαγνητόφωνο, παίζοντας στη διαπασών και παραμορφωμένα κάποια κάλαντα που την άκραν.
http://paylosfarmakhs.spaces.live.com/blog/cns!4E990FC0DDDA5BF1!734.entry

Χριστούγεννα Πρωτούγεννα - Κάλαντα από τη Σκιάθο

Κάλαντα Χριστουγέννων Καρπάθου

Τα κάλαντρα (Κρήτη)


Τα κάλαντα (αρχαίο έθιμο σχετικό με την αρχή του χρόνου), κάλαντρα στην κρητική διάλεκτο, είναι τραγούδια που, με αφορμή το θρησκευτικό περιεχόμενο της εορτής, ζητουν φιλοδωρήματα για τους τραγουδιστές, τους καλαντράδες. Η βάση των παραδοσιακών καλάντων σε όλη την Ελλάδα είναι κοινή: αφού λένε για την εορτή, περνάνε στα παινέματα (επαίνους) για το νοικοκύρη, την «κερά», το γιο και τη θυγατέρα, με στίχους που είναι ένας ποταμός από εικόνες εκπληκτικής ομορφιάς, γεμάτες όμορφες κοπελιές, ξομπλιαστές, υφαντά, γραμματικούς με χρυσά κοντύλια (μολύβια), σπαθιά και ευαγγέλια κ.λ.π. (που τα σημερινά παιδιά της πολυκατοικίας και της τηλεόρασης, χωρίς να φταίνε βέβαια τα ίδια, μάλλον δεν θα τα καταλάβαιναν καν), και καταλήγουν στα δοσίματα: γ-ή απάκι γ-ή λουκάνικο γ-ή από λαγού κομμάτι, γ-ή από τη μαύρη όρνιθα κιανένα-ν-αβγουλάκι, κι αν είν’ κι απού τη γαλανή (άσπρη) ας είν’ και ζευγαράκι (δύο αβγά). Κι απού το λαδοπίθαρο κιαμια οκά λαδάκι, κι αν είν’ και περισσότερο, κρατούμε μεις τ’ ασκάκι (να το βάλουμε)…

Όχι εφετζίδικα δώρα, όχι εμπορεύματα, αλλά είδη πρώτης ανάγκης!

(Από το περιοδικό του Ρεθύμνου «Πολιτεία»)

Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η φύσις όλη
εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων
ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων

Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρομαγούλα
και φουσκαλίδα του γιαλού και πάχνη από τα δέντρα
να που τον έχεις τον υγιόν, τον μοσχοκανακάρη
λούεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπεις
Κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ' ένα χρυσό βεργάλι
κι η κυρά δασκάλισσα, με το μαργαριτάρι
είπαμε δα για την κερά, ας πούμε για τη Βάγια
άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το λυχνάρι
και κάτσε και ντουχιούντηζε ήντα θα μας εβγάλεις

Γι απάκι, για λουκάνικο, για χοιρινό κομμάτι
κι από τον πύρο του βουτσού να πιούμε μια γιομάτη
κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
κι από το πιθαράκι σου ένα κουρούπι λάδι
κι αν είναι κι ακροπλιάτερο, βαστούμε και τ' ασκάκι
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα
και φέρε και γλυκό κρασί να πιούν τα παλικάρια
κι αν είναι με το θέλημα, άσπρη μου περιστέρα
ανοίξετε την πόρτα σας, να πούμε καλησπέρα
και ακόμα δεν τον ηύρηκες τον μάνταλο ν' ανοίξεις
να μας κεράσεις μια ρακή κι ύστερα να σφαλίξεις...
http://dim-rizou.pel.sch.gr/ergasies/xristougena/page09.htm