Σελίδες


Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

Ομάλ Κάρς



Ιστορικά στοιχεία
Το Κάρς είναι χτισμένο στον Καύκασο από τον 4ο μ.Χ. αιώνα σε θέση που θεωρείται απόρθητο φυσικό φυλάκιο και σημαίνει φρούριο. Είχε σαν πρώτους κατοίκους Βούλγαρους τουρανικής καταγωγής, ενώ από τον 9ο αιώνα -1053 μ.Χ γίνεται Αρμενικό κράτος. Μετέπειτα θα περάσει στα χέρια των Γεωργιανών μέχρι το 1394 χρονιά που εμφανίζεται ο Ταμερλάνος (Ταταρομογγόλος) ο οποίος θα την πολιορκήσει μέχρι αυτή να παραδοθεί. Τον 15ο αιώνα, η πόλη πέρασε διαδοχικά στην κυριαρχία των Περσών, των Τούρκων και των Γεωργιανών, ενώ στα τέλη του 17ου αιώνα εμφανίζονται η Ρώσοι που το καταλαμβάνουν αρχικά το 1828 και το παραδίδουν στους Τούρκους με την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και αργότερα για 2η φορά το 1877 οι οποίοι το κράτησαν στην κατοχή τους για 40 χρόνια μέχρι το 1918, οπότε με την συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ το επέστρεψαν στην Τουρκία όπου και ανήκει μέχρι σήμερα.
Όταν το Κάρς πέρασε στην Ρωσική επικράτεια και τυπικά με την συνθήκη του Βερολίνου στα 1878 αποτελούνταν στην πλειοψηφία του από ντόπιους πληθυσμούς (Αρμένιους, Τούρκους, Κούρδους, Τουρκμένους, Καραπαπάχους) και από μετανάστες που ήρθαν από Ρωσία (Εσθονοί, Λιθουανοί, κ.λ.π) και από την Τουρκία (65.000 Έλληνες που εγκαταστάθηκαν σε 81 χωριά και 15.000 Αρμένιοι που παρέμειναν για πολλά χρόνια άστεγοι). Από την άλλη μεριά 100.000 περίπου μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν και να εγκατασταθούν στα βάθη της Τουρκίας. Σύμφωνα με ρωσικές στατιστικές ο συνολικός πληθυσμός του νομού που είχε 18.250 τ. χιλ. έκταση, στα 1913, ήταν 321.954 ψυχές. Στοιχεία παρμένα από το βιβλίο του Χρήστου Σαμουηλίδη Το Χρονικό του Κάρς.

Λαογραφικά στοιχεία
Ομάλ Κάρς ή Καρσλίδικον Ομάλ ή Ομάλ Παϊπούρτ είναι χορός από την περιοχή του Κάρς (περιοχή ανατολικά της Τραπεζούντας του Πόντου). Είναι δεξιόστροφος, ή λαβή με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες, έχει 6 βήματα που εκτελούνται σε ένα χρόνο και το χαρακτηριστικό του είναι ότι έχει έντονο τρέμουλο (σουστάρισμα).

Βήμα
(1ο βήμα) Πάτημα του δεξιού ποδιού προς τα πίσω & δεξιά στη διάσταση (2ο) το αριστερό πατά κοντά στο δεξί χωρίς να το περνά (3ο) το δεξί μετακινείται δεξιά (4ο) έρχεται και κλείνει το αριστερό δίπλα στο δεξί με χτύπημα και ελαφριά στροφή του σώματος δεξιά. Το αριστερό πατά αριστερά στην διάσταση (5ο βήμα δηλαδή στην νοητή περιφέρεια της αρχικής θέσης), (6ο) κλείσιμο-χτύπημα του δεξιού ποδιού δίπλα στο αριστερό με ελαφριά στροφή του σώματος αριστερά

Επιμέλεια:κ.Σιδηρόπουλος-κ.Κοκοβίδης

Ομάλ Aπλόν ή Μονόν



Το Ομάλ Aπλό ή Μονόν είναι δεξιόστροφος Πανποντιακός χορός που χορεύεται σε κλειστό κύκλο με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες. Ο χορός έχει 6 βήματα και κινείται πάνω σε νοητή περιφέρεια από τα οποία τα 4 γίνονται προς τα δεξιά και τα δύο αριστερά. (1ο βήμα) Πάτημα του δεξιού ποδιού προς τα πίσω & δεξιά στη διάσταση (2ο) το αριστερό περνά μπροστά από το δεξί (3ο) το δεξί μετακινείται δεξιά (4ο) έρχεται και κλείνει το αριστερό δίπλα στο δεξί. Το αριστερό πατά πίσω αριστερά στην διάσταση (5ο βήμα δηλαδή στην νοητή περιφέρεια της αρχικής θέσης), (6ο) κλείσιμο του δεξιού ποδιού δίπλα στο αριστερό.

Επιμέλεια:κ.Κοκοβίδης-κ.Σιδηρόπουλος

Τίταρα Αργυρούπολης



Λαογραφικά στοιχεία
Τίταρα Αργυρούπολης λέγεται και Τετέ Αγάτς (γέρικο δέντρο) και ανήκει στην κατηγορία του Διπάτ. Πρακτικά έχει 12 χορευτικά βήματα (3 τετράδες) χορεύεται σε κύκλο με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες.

Βήμα
Αρχικά το δεξί πόδι προπορεύεται προς το κέντρο του κύκλου ενώ το αριστερό ακολουθεί με σύρσιμο (1ο και 2ο βήμα). Ο βηματισμός αυτός επαναλαμβάνεται μία φορά ακόμη (3ο & 4ο βήμα) και έτσι ολοκληρώνεται η 1η τετράδα βημάτων η οποία πρέπει να είναι σε ένα χρόνο. Στη συνέχεια το δεξί πόδι ωθεί προς τα πίσω δύο φορές και το αριστερό εκτελεί 2 άρσεις τεντωμένο (8ο-12ο) σε 2 τετράδες βημάτων (η 2η ανεξάρτητη και η 3η το ίδιο). Σημείωση: Ορισμένα λαογραφικά στοιχεία είναι παρμένα από το βιβλίο του Ν. Ζουρνατζίδη Συμβολή στην Έρευνα του Ποντιακού Χορού.

Επιμέλεια: κ.Κοκοβίδης-κ.Σιδηρόπουλος

Τίταρα Κάρς ή Διπλόν Κότσ΄



Λαογραφία
Τα Τίταρα του Κάρς είναι χορός που χορεύτηκε από Πόντιους που ήρθαν από την Πρώην Σοβιετική Ένωση και εικάζεται ότι έλκει την καταγωγή του από την Αρμενία. Στην Ελλάδα ονομάστηκε και Διπλόν Κότσ΄ επειδή στο κινητικό μοτίβο του ο χορός μοιάζει με το Κότσ΄. Ο χορός παίζεται συχνότερα με λύρα και δεν συνοδεύεται από τραγούδι (στοιχεία παρμένα από το βιβλίο του Ν. Ζουρνατζίδη Συμβολή στην Έρευνα του Ποντιακού Χορού).

Βήμα
Μεικτός δεξιόστροφος χορός που έχει 18 βήματα. Η αρχική λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια παράλληλα προς το σώμα. Με φορά του σώματος προς τα δεξιά επάνω στην νοητή περιφέρεια του κύκλου που κινείται ο χορός και με ελαφρώς σκυμμένο το σώμα από την μέση κάνουμε τρία τριαράκια (προπορεύεται πάντα το δεξί πόδι βήματα 1-6). Μικρή αναπήδηση στο δεξί και προβολή του αριστερού ποδιού λοξά δεξιά προς το κέντρο του κύκλου με την φτέρνα να ακουμπά στο έδαφος ενώ τα χέρια λυγίζουν στους αγκώνες και είναι παράλληλα προς το σώμα (βήμα 7) επαναφορά του αριστερού δίπλα στο δεξί όπου εκτελείται επιτόπιο τριαράκι καθώς το σώμα αλλάζει φορά προς τα αριστερά (βήματα 8 και 9) μικρή αναπήδηση στο αριστερό και προβολή του δεξιού λοξά αριστερά προς το κέντρο του κύκλου με την φτέρνα να ακουμπά στο έδαφος (βήμα 10) επαναφορά του δεξιού δίπλα στο αριστερό επιτόπιο τριαράκι με το σώμα να στρέφεται δεξιά προς την μεριά που θα προβάλει το πόδι (βήματα 11 και 12) αναπήδηση στο δεξί και προβολή του αριστερού ποδιού λοξά δεξιά προς το κέντρο του κύκλου με την φτέρνα να ακουμπά στο έδαφος (βήμα 13) επαναφορά-επιτόπιο τριαράκι με στροφή του σώματος αριστερά (βήματα 14 και 15) αναπήδηση στο αριστερό και προβολή του δεξιού που εκτελεί τρία πατήματα η φτέρνα στο έδαφος (βήματα 16-18). Στα επιτόπια βήματα το πρόσωπο είναι στραμμένο προς το κέντρο του κύκλου.
Ο ρυθμός είναι δίσημος 2/4 ή 4/8 (2-2).

Επιμέλεια:κ.Κοκοβίδης - κ.Σιδηρόπουλος

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Μουζενίτ΄ κον Αργυρούπολης



Λαογραφικά στοιχεία
Χορός που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα από τον Κώστα Κωνσταντινίδη που είχε καταγωγή από την Μούζενα του Πόντου και είναι ένα πάντρεμα δύο χορών: του Μονού Σαρίκουζ΄ Ανατολικής Αργυρούπολης και μιας παραλλαγής του Σαρίκουζ΄ της Παλα(γ)ίας. Βαφτίστηκε έτσι επειδή ο δημιουργός του ήταν Μουζενέτες (κάτοικος της Μούζενα). Του δόθηκε επίσης η ονομασία Κιμισχαναλίδικον (Gümüşhane είναι η ονομασία της Αργυρούπολης στην Τούρκικη γλώσσα) επειδή η Μούζενα απέχει μόλις 10 χλμ από την Αργυρούπολη (στοιχεία παρμένα από την 2η Πανελλήνια Ημερίδα - Σεμινάριο Χορού της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος, πρώτο μέρος ερωτήσεων που έγινε στις 5/11/2010 στην Κιβωτό της Κοζάνης).

Γύρω από την Μούζενα υπήρχαν 10 χωριά στο κέντρο των οποίων ήταν χτισμένο το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Ζαντού προστάτη της περιοχής. Μετά την άλωση της Τραπεζούντας το 1461 μ.χ στην Μούζενα κατέφυγε η Άννα η Κομνηνή κόρη του τελευταίου αυτοκράτορα της Τραπεζούντας Δαυίδ που στις αρχές του 20ου αιώνα είχε 400 κατοίκους. Η ευρύτερη περιοχή της Μούζενας ήταν φημισμένη για τους παραδοσιακούς σκοπούς και τις μελωδίες που διασώθηκαν μέχρι της μέρες μας (Σάββας Καλεντερίδης, Ανατολικός Πόντος).
Παίζεται κυρίως με λύρα, χωρίς τραγούδι και ο ρυθμός είναι πεντάσημος 5/8 (3-2).

Βήμα
Μεικτός δεξιόστροφος χορός που χορεύεται σε κλειστό κύκλο και έχει 20 βήματα (10 τριαράκια) . Η αρχική λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια κάθετα προς το έδαφος. Με στραμμένο το σώμα προς τα δεξιά και με ελαφριά κάμψη του σώματος εκτελούνται 4 τριαράκια προς τα δεξιά. Ξεκινάμε με δεξί τριαράκι (δεξί-αριστερό-δεξί) ακολουθεί αριστερό (αριστερό-δεξί-αριστερό) κ.λ.π., (βήματα 1-8). Στην συνέχεια αλλάζει φορά ο χορός με επιτόπιο δεξί τριαράκι και ακολουθούν άλλα δύο με φορά προς τα αριστερά (βήματα 9-14). Ο χορός κλείνει με τρία τριαράκια από το Τικ Διπλόν που εκτελούνται στον τόπο (βήματα 15-20). Το σώμα έχει φορά προς το κέντρο του κύκλου και τα χέρια λυγίζουν στους αγκώνες στα τελευταία τρία τριαράκια ενώ σε όλα τα τριαράκια υπάρχει ένα σουστάρισμα αφού το σώμα πρέπει να εμφανίζει μία κίνηση προς τα επάνω.

Επιμέλεια: κ.Κοκοβίδης,κ.Σιδηρόπουλος

Στενά Δρομόπα Μπάφρας



Λαογραφικά στοιχεία
Στενά Δρομόπα ή Στενά Δρομάκια (Ταρατσούκ Σοκακλάρ) είναι η ονομασία του χορού στην Τούρκικη γλώσσα.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Αντωνιάδη οι Πάφραληδες όταν ήθελαν να μετακινηθούν μέσα στις πόλεις έπαιρναν τις αναγκαίες προφυλάξεις για να αποφύγουν την σύλληψη. Μια από αυτές ήταν, σκυμμένοι να κρυφοκοιτάζουν στο σοκάκι ή το δρόμο που έπρεπε να διανύσουν, αν υπήρχε παρουσία Τούρκου. Όταν διαπίστωναν ότι ήταν ελεύθερος, γρήγορα-γρήγορα τον διάβαιναν. Αυτές ακριβώς τις προφυλάξεις τις μετέτρεψαν σε χορό για να μεταφέρουν και σε άλλους συντοπίτες τους το μήνυμα. (Ν. Ζουρνατζίδης Συμβολή στην Έρευνα του Ποντιακού Χορού).
Σαν όργανα χρησιμοποιούσαν κυρίως ζουρνά με νταούλι ή και λύρα.

Βήμα
Μεικτός δεξιόστροφος χορός που χορεύεται σε κλειστό κύκλο και έχει 4 βήματα. Η αρχική λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες. Με το σώμα στραμμένο προς τα δεξιά, δηλαδή την φορά στην οποία κινείται ο χορός, κάνουνε τρία βήματα προς τα δεξιά προσέχοντας στο 2ο βήμα το αριστερό πόδι να περνά μπροστά από το δεξί, ενώ στο 3ο βήμα το σώμα να έχει έντονη κλίση προς τα εμπρός και το δεξί πόδι να δέχεται σχεδόν όλο το βάρος του σώματος. Το 4ο βήμα στην πραγματικότητα δεν εκτελείται και θεωρείται ότι προκύπτει από την μεταφορά όλου του βάρους από το δεξί στο αριστερό (βήματα 1-4). Στο 2ο βήμα τα χέρια αρχίζουν να κατεβαίνουν με κυκλική κίνηση από πάνω προς τα κάτω και πίσω που ολοκληρώνεται στο 3ο βήμα, ενώ στο 4ο επιστρέφουν στην αρχική τους θέση.
Ο ρυθμός είναι τετράσημος 4/4 (2-2).

Επιμέλεια: κ.Κοκοβίδης,κ.Σιδηρόπουλος

Διπλόν Ομάλ Κιουμούς Μα(ν)τέν



Λαογραφικά στοιχεία
Θεωρείται μια από τις πολλές παραλλαγές του χορού Κοτσιχτόν Ομάλ ο οποίος με διαφορετικές ονομασίες (Εμπρ' Οπίς, Ομάλιν, Τσαραχότ, Φούλουρ-Φούλουρ, Αρχουλαμάς, Λάχανα, Ομάλ΄ Τσαϊνικίας, κ.λ.π) χορευόταν σχεδόν σε ολόκληρο τον Πόντο.
Ο χορός συνοδεύεται από τραγούδι και παίζεται κυρίως με βιολί που αντικατέστησε τον κεμανέ, με ούτι αλλά και λύρα.

Βήμα
Δεξιόστροφος μεικτός χορός που χορεύεται σε κλειστό κύκλο και έχει 9 βήματα. Η αρχική λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες.
Με το σώμα λοξά δεξιά κατά την φορά που κινείται ο χορός εκτελείται αριστερό τριαράκι (αριστερό-δεξί-αριστερό) λοξά δεξιά προς το κέντρο του κύκλου (βήματα 1-3) στο (4ο βήμα) πάτημα δεξιού ποδιού δίπλα στο αριστερό ενώ ταυτόχρονα τα χέρια κατεβαίνουν κυκλικά από πάνω προς τα κάτω και το σώμα γέρνει προς τα εμπρός. Σύρσιμο αριστερού ποδιού προς τα πίσω, δηλαδή προς την περιφέρεια του κύκλου (βήμα 5), στην συνέχεια το δεξί πόδι σηκώνεται τεντωμένο προς το κέντρο του κύκλου, ενώ το σώμα και τα χέρια επανέρχονται στην αρχική τους θέση (βήμα 6). Πάτημα του δεξιού ποδιού πίσω στην αρχική θέση (βήμα 7) πάτημα αριστερού δίπλα στο δεξί (βήμα 8) πάτημα-χτύπημα δεξιού ποδιού στον τόπο (βήμα 9).

Επιμέλεια: κ.Κοκοβίδης,κ.Σιδηρόπουλος

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Μακεδονικός Γάμος

Aυτό το παλαιό ντοκιμαντέρ παρουσιάζει την αναπαράσταση Ελληνικού γάμου στην περιοχή της Μακεδονίας. Η αναπαράσταση γίνεται στο χωριό Δρυμός με τότε πληθυσμό 2500 κατοίκων, όλοι ντόπιοι Μακεδόνες. Πολλά από τα τραγούδια, οι χοροί και τα έθιμα έχουν τις ρίζες τους στην προ χριστιανική αρχαία Ελλάδα και ο θεατής έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει και να ακούσει την επεξήγηση και τους συμβολισμούς κάθε πράξης της τελετουργίας

Δείτε το σχετικό βίντεο πατώντας εδώ

Ζωναράδικα του γάμου - Μάρηδες Έβρου



Χορεύει η Ομάδα Ελληνικού Λαϊκού Χορού Δήμου Καλλιθέας. Επιμέλεια - διδασκαλία: Βασίλης Καρφής. Παίζουν οι μουσικοί: Νίκος Φιλιππίδης κλαρίνο, καβάλι, Βασίλης Γραμματικός γκάιντα, Κυριάκος Γκουβέντας βιολί, Κώστας Φιλιππίδης λαούτο, Βαγγέλης Δημούδης ούτι, Πάνος Δημητρακόπουλος κανονάκι, Γιάννης Γευγελής κρουστά, η χορωδία της Ομάδας τραγούδι

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Συρτός και τσαμπουνιστός μπάλος Κύθνου



Χορεύει η Ομάδα Ελληνικού Λαϊκού Χορού Δήμου Καλλιθέας. Επιμέλεια - διδασκαλία: Βασίλης Καρφής. Παίζουν οι μουσικοί: Κυριάκος Γκουβέντας βιολί, Κώστας Φιλιππίδης λαούτο, Βασίλης Γραμματικός τσαμπούνα, Γιάννης Γευγελής κρουστά, Βαγγέλης Δημούδης ούτι, Πάνος Δημητρακόπουλος κανονάκι, η χορωδία της ομάδας τραγούδι

Συρτός, μπάλος και πόλκα Τζιας



Χορεύει η Ομάδα Ελληνικού Λαϊκού Χορού Δήμου Καλλιθέας. Εισήγηση: Γιάννης Σέρβος. Επιμέλεια - διδασκαλία: Βασίλης Καρφής. Παίζουν οι μουσικοί: Κυριάκος Γκουβέντας βιολί, Κώστας Φιλιππίδης λαούτο, Βαγγέλης Δημούδης τραγούδι & ούτι, Πάνος Δημητρακόπουλος κανονάκι, Βασίλης Γραμματικός τσαμπούνα, Γιάννης Γευγελής κρουστά.

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Γέμουρα Τραπεζούντας



Ιστορικά στοιχεία


Γέμουρα ή Γεμουρά ήταν περιοχή Ανατολικά της Τραπεζούντας που είχε 6 ελληνικά χωριά. Σήμερα λέγεται Γιόμρα (Yomra) και είναι προάστιο της Τραπεζούντας.

Λαογραφικά στοιχεία

Είναι μια μορφή Τρυγόνας η οποία σε βάθος χρόνου μάλλον έχει διαφοροποιηθεί από την αρχική του μορφή αφού συγγενεύει περισσότερο με το Τέρς Άκνταγ Μα(ν)τέν που και εκείνο κινείται προς τα αριστερά, μπορεί να σχηματίζει ανάποδη σπείρα και έχει τα ίδια ακριβώς βήματα.

Εικάζεται ότι στα χωριά της Γεμουράς ο χορός αυτός χορευόταν σαν παραλλαγή του Εταιρέ με δύο επιπλέον βήματα προς τα αριστερά και είχε σαν βάση το Τίκ΄σο γόνατον.

Παίζεται κυρίως με λύρα και ο ρυθμός του είναι επτάσημος 7/8 (2-2-3).

Βήμα

Μεικτός χορός που έχει 8 βήματα και χορεύεται σε κλειστό κύκλο. Η αρχική λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες.

Πάτημα-ώθηση δεξιού ποδιού λοξά αριστερά προς το κέντρο του κύκλου (βήμα 1) πάτημα αριστερού που βρίσκεται λίγο πιο πίσω από το δεξί προς τα αριστερά (βήμα 2), πάτημα --ώθηση του δεξιού στην διάσταση προς τα αριστερά (τα αριστερό είναι σε μικρή άρση λυγισμένο βήμα 3) προσγείωση-πάτημα στο αριστερό με μετακίνηση προς τα αριστερά στην διάσταση (βήμα 4). Πάτημα-αναπήδηση του δεξιού ποδιού στον τόπο και μικρή άρση του αριστερού με ταυτόχρονη κίνηση-αιώρηση των χεριών προς τα εμπρός (5ο βήμα) ακολουθεί επιτόπιο πάτημα με μεταφορά όλου του βάρους στο αριστερό πόδι που κινείται πάντα στην νοητή περιφέρεια του κύκλου με αιώρηση χεριών προς τα πίσω (6ο βήμα επιτόπιο), επιτόπιο πάτημα-ώθηση δεξιού ποδιού και μικρή άρση του αριστερού (το δεξί βρίσκεται ήδη προς το κέντρο του κύκλου και το αριστερό πίσω από το δεξί με αιώρηση των χεριών προς τα εμπρός βήμα 7) πάτημα-προσγείωση του αριστερού ποδιού στην διάσταση αριστερά τα χέρια λυγίζουν στους αγκώνες και είναι παράλληλα προς το σώμα (βήμα 8) ενώ το σώμα αποκτά φορά λοξά αριστερά προς την μεριά που κινείται ο χορός. Στα τρία επιτόπια βήματα με τα οποία κλείνει ο χορός το σώμα έχει φορά προς το κέντρο του κύκλου.

Επιμέλεια κειμένου και κινούμενης εικόνας: κ. Σιδηρόπουλος - κ.Κοκοβίδης

Σαρί Κουζ΄ Καρς




Ιστορικά στοιχεία


Είναι χορός που χορεύτηκε από Πόντιους των περιοχών Κάρς και ειδικότερα από το Καρακούρτ η καταγωγή των οποίων ήταν από την Χαλδία, το Απές και την Νικόπολη. Αυτοί μετά την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων το 1918 κατέφυγαν στο Κουμπάν του Καυκάσου και από εκεί στην Ελλάδα (Σάββας Καλεντερίδης, Ανατολικός Πόντος & Ν. Ζουρνατζίδης υλικό DVD). Σαν κύριο όργανο συνοδείας χρησιμοποιούσαν την λύρα-χωρίς τραγούδι-και λιγότερο τα υπόλοιπα. Ο ρυθμός είναι πεντάσημος 5/8 (2-3).

Βήμα

Μεικτός δεξιόστροφος χορός που χορεύεται σε κλειστό κύκλο που έχει 16 βήματα και η λαβή είναι από τις παλάμες με τα χέρια διαρκώς στην ανάταση ή στα 4 τριαράκια που γίνονται προς τα δεξιά κάθετα στο έδαφος.

Με στραμμένο το σώμα προς τα δεξιά και με ελαφριά κάμψη του σώματος εκτελούνται 4 τριαράκια προς τα δεξιά. Ξεκινάμε με δεξί τριαράκι (δεξί-αριστερό-δεξί) ακολουθεί αριστερό (αριστερό-δεξί-αριστερό) κ.λ.π., προσέχοντας το πόδι που ακολουθεί να μην προσπερνά το προπορευμένο και το σώμα λοξά δεξιά όταν τα χέρια βρίσκονται μόνιμα στην ανάταση ή σκυμμένοι προς την φορά του κύκλου όταν τα χέρια είναι κάθετα στο έδαφος (βήματα 1-8). Στην συνέχεια πατάμε στο δεξί πόδι και κάνουμε 4 τριαράκια του Τίκ Διπλόν στον τόπο (βήματα 9-16) με τα χέρια να ανεβαίνουν στην ανάταση όταν η αρχική λαβή τα θέλει κάθετα στο έδαφος
 
Eπιμέλεια : κ.Σιδηρόπουλος - κ.Κοκοβίδης

Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

Λετσίνα Κάρς




Επιμέλεια: κ.Κοκοβίδης-κ.Σιδηρόπουλος

Τα δημοτικά τραγούδια της Κύπρου • Ακριτική Ποίηση • Ο Κωσταντάς

Η Κύπρος φέρεται, ως ένα από τα τμήματα του Ελληνισμού, που διαθέτουν πλούσια και ενδιαφέρουσα λοαγραφική παράδοση. Τούτο, λόγω της γεωγραφικής της θέσης και συντηρητικής, στενής σύνδεσής της με τις αρχαίες ελληνικές ρίζες της και, ακόμη, των διασυνδέσεών της με τις γύρω χώρες, των από το 12. αι. κι εδώ πολιτικών περιπετειών της κ.ά. Η λαϊκή πνευματική παρόδοση του νησιού αντιπροσωπεύεται κυρίως από τη δημοτική ποίηση και τις λαϊκές δοξασίες και θυμοσοφία.
Παρόλο που είναι δύσκολη η χρονολόγηση πολλών δημοτικών ποιημάτων, μπορούμε, σε γενικές γραμμές, να διακρίνουμε χρονικά τη δημοτική ποίηση της Κύπρου σε βυζαντινή, μεσαιωνική (της περιόδου της Φραγκοκρατίας), της περιόδου της Τουρκοκρατίας και τη νεότερη. Ως προς τα κύρια χαρακτηριστικά της, εξάλλου, επισημαίνομε το στοιχείο των παραλλαγών, που παρουσιάζουν μερικά δημώδη ποίματα κατά περιοχές, τη γλώσσα τους, που είναι η γνήσια κυπριακή διάλεκτος (με τα διάφορα τοπικά της ιδιώματα), και το στοίχο τους, που είναι, κατά κανόνα, ο δεκαπεντασύλλαβος (παλαιότερα απαντούν: ο 11 σύλλαβος, ο ιαμβικός δίμετρος, ο τροχαϊκός δίμετρος ή τετράμετρος κτλ). Κατά το περιεχόμενό τους τα κυπριακά δημοτικά τραγούδια προσδιορίζονται ως ακριτικά, ιστορικά, θρησκευτικά, ερωτικά, του γάμου, μοιρολόγια, της ξενιτιάς, σκωπτικά, του πολέμου, κ.ά.
Τα δημοτικά ποίματα της βυζαντινής περιόδου είναι κυρίως ακριτικά και δημιουργήθηκαν στα χρόνια των επιδρομών των Σαρακηνών και των Αράβων, με επίκεντρο τις «στρατιές» που αποστέλλονταν στο νησί για την άμυνα και που μετέφεραν μαζί τους τα ηρωικά τραγούδια τους από τα διάφορα άκρα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Μερικά από τα σωζόμενα είναι παραλλαγές κυπριακές των τραγουδιών αυτών, διαμορφομένες με τρόπο εντελώς ελεύθερο και δεν πρέπει να συγχέονται με τα καθαρώς κυπριακά.
Από τους αναφερόμενους ήρωές τους, μερικοί από τους οποίους- ή και μεμονομένα γεγονότα της ζωής τους- συνδέθηκαν και με διάφορες άλλες παραδόσεις ή τοπωνύμια, αντιπροσωπευτικότεροι είναι ο Διγενής και ακόμη, οι: Θεοφύλακτος, Διαφύλακτος, Ποσσύρκας, Κωσταντάς, Αλιάντρης κ.ά.
Στα τραγούδια αυτά, που τα λένε «αρκαία» (= αρχαία), παραλαμβάνουν και πολλά στοιχεία φωνητικά, που δεν είναι της σημερινής κυπριακής διαλέκτου, και τούτο είτε θέλουν να «ελληνικουρίσουν» είτε γιατί ακολουθούν την παράδοση την φωνητική των τραγουδιών. Ποιο κάτω σας παρουσιάζουμε ένα από αυτά τα επικά ακριτικά τραγούδια της Κύπρου με τίτλο «Ο Κωσταντάς».

Ο Κωσταντάς

Σήμερα στράφτει τζιαι βροντά τζιαι πάει για να βρέξη,
σήμμερα ο Σκλερόπουλος εν να καβαλλιτζέψη·
Τρέσσιει τζιαι πα στον τζύρην του, ευτζήν να του χαρίση·
«Μα, γυιέ μου, εν σου δκιώ ευτζήν, αν μεν σ' αστρονομήσω».
Σε πέντε ώρες της νυχτούς βκαίννει τζι αστρονομά τον,
σε δκυό ώρες της ημερούς βκαίννει καλημερά τον.
«Τζιαι καλημέρα, γυιούλλη μου, τζι' εσού κορμίν θωράτον,
στου Κωσταντά να μεν παής, γιατ' ηύρα σε παρκάτου.
Ο Κωσταντάς εν άδρωπος, μα' ναι τζιαι παλληκάριν,
καλλιό σου παίζει το σπαθί, καλλιό σου το κοντάριν,
καλλύττερα σε πολεμά στ' άστρη τζι' εις το φεγγάριν».
Τζιαι πολοάται νιούλλικος τζιαι τζαχαμαί τζιαι λέει·
«Ούλλοι παν εις τον τζύρην τους, ευτζήν να τους χαρίση,
τζι΄εγιώ 'ρτα στον πατσσόγερον να μου παραλαλήση».
- Τζιαι άμε, άμε, γυιούλλη μου, τζι' ο Θεός να σου βουθήση·
Στο άμε τζι' εις το έλα σου πόλεμος να σου τύσση,
να κάμουν τα κομμάδκια σου μιτσσιά ωσάν τ΄αφκιά σου».
Χτυπά σκαλιάν του μαύρου του στην μάναν του τζιαι πάει.
«Μανά, τζιαι δος μου την ευτζήν στου Κωσταντά να πάω».
- Μα, γυιέ μου, δεν σου δκιώ ευτζήν, αν δεν σ΄αστρονομήσω».
Σε πέντε ώρες της νυχτούς βκαίννει τζι΄αστρονομά τον,
σε δκυό ώρες της ημερούς βκαίννει καλημερά τον.
«Τζιαι καλημέρα, γυιούλλη μου, τζι εσού κορμίν θωράτον,
στου Κωσταντά να μεν παής, γιατ' ηύρα σε παρκάτου.
Ο Κωσταντάς εν άδρωπος, μα' ναι τζιαι παλληκάριν,
καλλιό σου παίζει το σπαθί, καλλιό σου το κοντάριν,
καλλύττερα σε πολεμά στ' άστρη τζι' εις το φεγγάριν».
Τζιαι πολοάται νιούλλικος της μάνας του τζιαι λέει·
«Ούλλοι παν εις την μάναν τους, ευτζήν να τους χαρίση,
τζι' εγιώ 'ρτα στην πατσσολεγκούν, να μου παραλαλήση·
-Τζιαι άμε, άμε, γυιούλλη μου, τζι' Θεός να σου βουθήση.
Στο άμε τζι' εις το έλα σου πόλεμος να σου τύσση,
να κάμουν τα κομμάδκια σου μιτσιά ωσάν τ΄αφκιά σου».
Χτυπά σκαλιάν του μαύρου του, στης αδελφής του πάει.
«Αδέλφιν, δος μου την ευτζήν, στου Κωσταντά να πάω,
να φέρω την γεναίκαν του σκλάβαν να μας δουλεύκη».
- Αδέλφιν, δεν σου δκιώ ευτζήν, αν δεν σ΄αστρονομήσω».
Σε πέντε ώρες της νυχτούς βκαίννει τζι αστρονομά τον,
σε δκυό ώρες της ημερούς βκαίννει καλημερά τον.
«Τζιαι καλημέρα, αδέρφι μου, τζι' εσού κορμίν θωράτον,
στου Κωσταντά να μεν παής, γιατ' ηύρα σε παρκάτου.
Ο Κωσταντάς εν άδρωπος, μα' ναι τζιαι παλληκάριν,
καλλιό σου παίζει το σπαθί, καλλιό σου το κοντάριν,
καλλύττερα σε πολεμά στ' άστρη τζι' εις το φεγγάριν».
Τζιαι πολοάται νιούλλικος τζιαι τζαχαμαί τζιαι λέει·
«Ούλλοι παν εις τ΄αδέρκια τους, ευτζήν να τους χαρίσουν,
τζι΄εγιώ 'ρτα στην βρωμαδελφήν να μου παραλαλήση.
- Τζιαι άμε, άμε αδελφέ, τζι' Θεός να σου βουθήση.
Στο άμε τζι' εις το έλα σου πόλεμος να σου τύσση,
να κάμουν τα κομμάδκια σου μιτσιά ωσάν τ΄αφκιά σου».
Ο σσύλλος τζι' αντάν έβκηκεν τζιαι πάει ν' αρμενίση,
παντές τζι΄ήταν από 'βκαλεν κουπάϊν να βοσσήση·
Χτυπά σκαλιάν του μαύρου του, ψηλόν βουνόν-ι-βκαίννει,
αννοίει τες αγκάλες του τζιαι τον Θεόν δοξάζει.
«Θεέ, τζι' αν είμαι πλάσμα σου, Θεέ, τζι' απάκουσέ μου.
Τζιαι να 'βρα τζιαι τον Κωσταντάν έξω που τ' άρματά του,
τζιαι να 'βρα το κοντάριν του τρεις δίπλες τσακκισμένον
τζιαι να 'βρα το σπαθάτζιν του στον πηξαξήν δοσμένον
τον άδρωπον τον αδροφά στον λόκκον κρεμμασμένον,
τη σσύλλα τη λαμπρόστομη στον άλυσο δημμένη,
τζιαι να 'βρα την γυναίκα του
απού κλησιάν τζι' απού λουτρού λαμπάδα καφουρένην».
Θέλεις ο νιός αγιός ήταν, Θεός επάκουσέν του.
Ηύρεν τζιαι το κοντάριν του τρεις δίπλες τσακκισμένον,
ηύρεν τζιαι το σπαθάτζιν του στον παξαξήν δοσμένον,
τον άνδρωπον τον αδροφά στον λάκκον κρεμμασμένον,
την σσύλλαν τη λαμπρόστομην στον άλυσο δημμένην
τζιαι ηύρεν τζιαι τον Κωσταντάν να 'ναι τζιαι μεθυσμένος
τζι΄ηύρεν τζιαι τη γεναίκαν του
απού κλησιάν τζι απού λουτρού λαμπάδα καφουρένην.
Απού τον είδ' ο Κωσταντάς, εβαροφάνηκέν του.
«Καλώς ήρτες, Σκλερόπουλλε, να φας, να πκής μιτά μου,
να φάης άγρη του λαού, να φας οφτό περτίτζιν,
να πκης γλυκόποτο κρασί, που πίννουν φουμισμένοι,
που πίννουσιν οι άρωστοι τζιαι βρέθουνται γειαμμένοι».
Τζιαι πολοάται νιούλλικος του Κωσταντά τζιαι λέει·
«Μα 'γιώ εν τζι΄ήρτα Κωσταντά, να φα, να πκιώ μιτά σου,
μόνον εν που' ρτα, Κωσταντά, τη κάλη σου να πάρω».
Που τ' άκουσεν ο Κωσταντάς, ορκώθην τζι΄εθυμώθην.
«Έπρ' μου λλίην πομονήν, να μπω να την αλλάξω».
- Μα δεν σου παίρνω πομονήν, γιατ' εν να με κουμπώσης,
να μπης έσσω ν' αρματωθής, να βκης να με σκοτώσης.
- Μα κρόκατσε τον μαύρο σου, να την καβαλλιτζέψης.
Που τ΄άκουσεν η λυερή, εβαρυφάνηκέν της.
«Θαμμάζουμαί σε, Κωσταντά, τα λόγια που του λέεις!
Εν είσ' εσού, που μου' μοννες, εν είσ' εσού, που λάλες,
πώς δεν με βκάλλεις δκυό ώρες που τες δικές σ' αγκάλες;
- Έπαρε λλίην πομονήν, έπερε λλίην ώραν,
να βκουν έξω ν' αρματωθώ, να μεν βρομήσ΄η χώρα.
Εκρόκατσεν τον μαύρον του τζιαι καβαλλίτζεψέν την,
ο Κωσταντάς εν που' γυρεν απάνω στο τραπέζιν.
Ο Κωσταντάς εξύπνησεν του ύπνου μαραμμένος,
ήταν πολλά βαρύκαρτος τζιαι παραπονημένος.
Εσκόπησεν στην πούγγαν του, απού 'ταν τα κλειδκιά του,
τζι΄επήεν τζι' αρματώθηκεν τζι' έβαλεν τα σπαθκιά του.
Κατέβην εις στον σταύβλον του, απού 'ταν τ΄άλοά του,
μίαν φωνήν τους έβαλεν τζι΄ούλλα εσηκωθήκαν·
όσα εξέραν που πόλεμον εγύρναν τζιαι ψοφούσαν.
Τζιαι του΄πεν ο παλιάππαρος που την αππέσω πάγνην·
«Μα να' κλιθθάριν τζι΄άσσερον, πάει τζι΄στα πουλάρκα,
τώρα γυρίν εν που 'ππεσεν πάνω στα παλιαππάρκα.
Εγιώ ' μ ' άξιος τζιαι πότορμος, να φτάσω την τζυρά μου,
γιατί με κρυφοτάϊζεν κλιθθάρι στην ποδκιάν της,
γιατί με κρυφοπότιζεν μεσ' στ' αρκυρήν την λέενην.
Βέλε μου χάσσες δεκαχτώ τζιαι μπροστιλλίνες δέκα
τζιαι πισιλλίνες δώδεκα τζιαι φτερνιστήρκα όϊ».
Μα θέλεις επαράκουσεν, θέλεις καταύτυς κάμνει,
βάλλει του χάσσες δεκαχτώ τζιαι μπροστιλλίνες δέκα
τζιαι πισιλλίνες δώδεκα
τζιαι πάνω στο ποδάριν του γέρημον φτερνιστήριν.
Ππηά τζιαι καβαλλίτζεψεν παίδκιος αντριωμένος.
Φτερνιστηρκάν του έδωκεν, ψηλόν βουνόν-ι-βκαίνει,
ετρέμασιν τα μέλη του σγιαν τρέμει το κουλούτζιν.
Τζιαι πολοάτ΄ο Κωσταντάσς του μαύρου του τζιαι λέει·
«Μαύρε μου, μαυροπόδα μου, μαύρε μ΄ανεμοπόδα,
εσού στα παιδκιοσύνια σου κακόν εν πον μου 'καμες
τζι' εις τα γεροντοσύνια σου κακόν εν να μου κάμης».
Τζιαι πολοάτ' ο μαύρος του, του κωσταντά τζιαι λέει·
«Ασκόπα εις την κόξαν σου τζι' εσ' αρκυρόν φηκάριν
τζιαι μεσ' στ΄αρκυροφήκαρον εσ' αρκυρόν μασσαίριν,
κόψε το φτερνιστήριν σου, στην γην να κατεβούμεν».
Ασκόπησεν στην κόξαν του, βρίσκ' αρκυρόν φηκάριν
τζιαι μεσ' στο αρκυροφήκαρον βρίσκ' αρκυρόν μασσαίριν.
Κόβκει το φτερνιστήριν του στην γην τζι΄εκατεβήκαν.
«Έπαρ΄μου λλίην πομονήν, έπαρ΄μου λλίην ώραν,
να πνάσουσιν τα μέλη μου, να πκιάσουμεν την στράταν».
Παίρνει του λλίην πομονήν, πέρνει του λλίην ώραν,
επνάσασιν τα μέλη του τζι επκιάσασιν την στράταν.
Χαλιναρκάν του έδωκεν σσοιροβοσκόν-ι-βρίσκει.
Πρώτ΄ αχτυπά του μουστουνιάν τζι΄ύστερις αρωτά τον·
«Είδες, μωρέ σσοιροβισσέ, έναν μιτσίν φουσάτον,
μ' εξηνταπέντε βλάμπουρους των εκατόν σσιλιάων;»
Τζιαι πολοάται σσοιροβοσκός τζιαι τζαχαμαί τζιαι λέει·
Θαμμάζουμεν τους άρκοντες μανιέραν που κρατούσιν
πρώτ' αχτυπούσιν μουστουνιάν τζι΄ύστερις αρωτούσιν!»
Χαλιναρκάν του έδωσεν τζι΄εφάνηκεν τ' ασκέριν.
Σσισσίνισεν ο μαύρος του, σγιάν ήταν μαθημένος.
Που τ΄άκουσεν ο νιούλλικος εβαρυφάνηκέν του,
τζιαι πολοάται νιούλλικος της λυερής τζιαι λέει·
«Κάπου στράφτει, κάπου βροντά, κάπου χαλάζι ρίβκει,
κάπου Θεός εθέλησεν χώρες για να χαλάση».
Τζιαι πολοάτ' η λυερή του νιούλλικου τζιαι λέει·
«Μηδέ στραφτεί μηδέ βροντά μήτε χαλάζι ρίβκει,
μόνον εν ο Κωστάκης μου τζιαι κάπου πολεμίζει».
Τζιαι πολοάτ' ο λυερός της λυερής τζιαι λέει·
«Ο Κωσταντάς σου εν καλός κρασίν ρατζίν να πίννην».
Τζιαι νάσου τζιαι τον Κωσταντά τζι΄επλάκωσέν τον τζείνον.
«Τζιαι πε μου αν σ' ετσίμπησεν κόβκω τα δκυό του σσέρκα
τζιαι πε μου αν σ' εφίλησεν, κόβκω τα δκυό του σσείλη,
τζιαι πε μου αν σ' ενεψεν, βκάλλω το' ναν τ' αμμάτιν».
Τζιαι πολοάτ' η λυερή του Κωσταντά τζαι λέει·
«Θαμμάζουμαί σε, Κωσταντά, τα λόγια που μου λέεις.
Γεράκα πκιάννει το πουλλίν τζιαι τρω το για μαθκιά το,
για βάλλει το μέσ΄στο κλουβίν τζιαι πολλοτυρανά το.
Με φίλησεν, με τσίμπησεν τζι' ο,τι ήθελεν επήρεν,
μονάχα πάνω στην τιμήν τίποτες εν εκάμεν».
Εκρόκατσεν τον μαύρον του τζι΄εκαβαλλίτζεψεν την·
χτυπά του μιαν με το σπαθίν, βκάλει το' ναν' τ΄αμμάτιν,
χτυπά του μιαν με το σπαθίν, κόβκει τα δκυό του σσέρκα,
χτυπά του μιαν με το σπαθίν, κόβκει τα δκυό του σσείλη,
ξαναδιπλώννει τ΄άλλη μιαν τζι' έκαμεν τον κομμάδκια.
Βαβαλλικά τον μαύρον του τζιαι πκιάννει την τζιαι πάει
τζι' εις τα κλωθοΰρίσματα τον πεθθερόν του βρίσκει.
«Αλάρι' αλάρια, πεθθερέ, μη σε καταδικάσω,
γιατ' έβρασεν το σσέριν μου τζιαι τρέμει το κορμίν μου,
πον ηύρεν το σπαθάτζιν μου να φα τζιαι να χορτάση·
- Αν έβρασεν το σσέριν σου, τζιαι τρέμει το κορμίν σου,
τζι' εν ηύρεν το σπαθάτζιν σου να φα τζιαι να χορτάση,
έσσει αβρόσσιλλες πολλές τζιαι κόψε να χορτάση».
Διά του μιαν με το σπαθίν τζι έκαμεν τον κομμάδκια .
Τζιαι πολοάτ' η λυερή του Κωσταντά τζιαι λέει·
«Θαμμάζουμαί σε, Κωσταντά, ως τζιαι τον πεθθερό σου;
- Σιώπα σου που δαχαμαί τζιαι πάει τζι' η δική σου».