Την Κυριακή τω Βαγιώ, όλοι έβγαιναν απ' την εκκλησιά με μια αγκαλιά βάγια. Χαιρετούσαν ο ένας τον άλλο, χτυπώντας ελαφρά την πλάτη με τα πράσινα κλαδιά, και εύχονταν: " Και του χρόνου και καλό Πάσχα". Μετά τον χαιρετισμό, οι πρώτοι που δέχονταν την χαρά του "Ωσαννά" ήταν οι νεκροί. Όλοι επισκέπτονταν τους τάφους των δικών τους και άφηναν επάνω στο "σταυρό" ή την "ταφόπλακα" ένα κλαδί βάγιας. Στο σπίτι έκαναν ένα σταυρό με βάγια και τον κάρφωναν στο ανώφλι της πόρτας. Εκεί θα έμενε όλο το χρόνο φυλαχτό από το κακό μάτι και την κακιά ώρα. Ένα κλαδί κρέμαζαν επίσης στην πόρτα του στάβλου, της μάντρας, του κήπου.
Kούνιες
Δεν ήταν νοητό να υπάρξει Κυριακή των Βαίων δίχως τις κούνιες. Σε κάθε γειτονιά, όπου υπήρχε μεγάλο δένδρο στήνονταν μια κούνια. Σε ένα γερό κλώνο περνούσαν ένα μακρύ σχοινί και μέ διάφορους τρόπους έφτιαχναν μια κούνια. Κάθιζαν με τη σειρά ο ένας μετά τον άλλον. Προηγούντο τα κορίτσια και τ' αγόρια έκαναν το χρέος του καβαλιέρου.
Στις κούνιες που έκαναν τα παιδιά γινόταν πόλεμος. Ποιος θα ανέβει, πόση ώρα θα καθίσει.
Τα παλιά χρόνια τω Βαγιώ οι δάσκαλοι και οι παπάδες έστελναν τα παιδιά του σχολείου στο χωριό να μαζέψουν αυγά για το Πάσχα. Τα παιδιά έπαιρναν ένα ραβδί που τό έλεγαν "ρουμάνι', στην κορυφή του έδεναν βάγιες ( μυρσίνες), ένα κουδούνι και κόκκινες μεταξωτές κλωστές. Μαζί τους είχαν και ένα καλάθι για να βάζουν τα αυγά. Όταν έρχονταν σε κάθε σπίτι, στέκονταν μπροστά στην πόρτα και ανεβοκατεβάζοντας το ραβδί για να χτυπά το κουδούνι τραγουδούσαν ένα τραγούδι για να τους δώσει η νοικοκυρά αυγά.
Έτσι με αυτά και με αυτά ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα για την οποία θα γράψουμε τις επόμενες μέρες.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου